GAIA

GAIA

Παρασκευή 28 Δεκεμβρίου 2012

Συναγερμός για το νέφος κάπνας απο την καύση ξύλων


Συναγερμός έχει σημάνει στις αρμόδιες υπηρεσίες, στους ερευνητές, αλλά και στους γιατρούς για τους κινδύνους που εγκυμονεί το νέφος κάπνας, το οποίο πνίγει σχεδόν καθημερινά τόσο το λεκανοπέδιο της Αττικής όσο και μεγάλες πόλεις της επαρχίας, λόγω της εκτεταμένης καύσης ξύλων σε τζάκια και ξυλόσομπες. Το φαινόμενο τείνει να πάρει ανεξέλεγκτες διαστάσεις, καθώς από την καύση των ξύλων παράγεται...
καπνός που αποτελείται από επικίνδυνα σωματίδια, ιδιαίτερα επιβλαβή κυρίως για την υγεία των παιδιών, αλλά και ατόμων που αντιμετωπίζουν καρδιαγγειακά και αναπνευστικά προβλήματα.

Τον τελευταίο χρόνο, λόγω της οικονομικής κρίσης, οι ρύποι της ατμόσφαιρας μειώθηκαν αισθητά, καθώς όλο και λιγότεροι χρησιμοποιούσαν τα αυτοκίνητά τους. Τώρα, η ίδια κρίση ήρθε να δημιουργήσει ένα νέο, εξίσου μεγάλο και επικίνδυνο πρόβλημα, την αύξηση των ρύπων από τα καυσόξυλα. Σύμφωνα με το Κέντρο Ερευνας Φυσικής της Ατμόσφαιρας και Κλιματολογίας της Ακαδημίας Αθηνών, οι συγκεντρώσεις ρύπων όχι μόνο ξεπέρασαν τα επιτρεπτά όρια, αλλά υπερδιπλασιάστηκαν. Η κατάσταση είναι τόσο επείγουσα, που επέβαλε τη συνεργασία του Αστεροσκοπείου Αθηνών, του Ιατροβιολογικού Κέντρου της Ακαδημίας Αθηνών και άλλων ερευνητικών ινστιτούτων, που πραγματοποιούν τις τελευταίες δύο εβδομάδες μετρήσεις για την ποιότητα της ατμοσφαιρικής ρύπανσης, προκειμένου να καταγράψουν την έκταση και την ένταση του προβλήματος.

Το ότι η ατμόσφαιρα έχει γεμίσει με επικίνδυνους για την υγεία ρύπους λόγω της αυξημένης καύσης ξύλων επιβεβαιώνουν και οι πρόσφατες μετρήσεις που έγιναν στην Αττική από το Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο (ΕΜΠ). Οι μετρήσεις των επιστημόνων δεν έγιναν στην καρδιά της πρωτεύουσας, αλλά σε περιοχή των νοτίων προαστίων όπου οι περισσότεροι κάτοικοι ζεσταίνονται με τον παλιό παραδοσιακό τρόπο. Τα πρώτα 
αποτελέσματα από μετρήσεις που πραγματοποίησε η ερευνητική ομάδα της αναπληρώτριας καθηγήτριας στη Σχολή Χημικών Μηχανικών του ΕΜΠ Αρχοντούλας Χαλουλάκου έδειξαν σημαντικότατη συμβολή των εκπομπών από τζάκια και ξυλόσομπες στη σύσταση και στα μετρούμενα επίπεδα των αιωρούμενων σωματιδίων ΡΜ10 και ΡΜ2.5 (επικίνδυνοι για την υγεία ρύποι με διάμετρο 10 και 2,5 μm).

Οι μετρήσεις τις οποίες έκανε ο υποψήφιος διδάκτορας Σταύρος Χεριστανίδης έγιναν σε περιοχή των νοτίων προαστίων της Αττικής όπου σημειώθηκε εκτεταμένη χρήση καυσόξυλων για ανάγκες θέρμανσης κατά τον περσινό χειμώνα (2011-2012). Σύμφωνα με τα πρώτα αποτελέσματα, ο δείκτης εκπομπών από καύση ξύλου ήταν αυξημένος κατά 65% όσον αφορά τα αιωρούμενα σωματίδια PM10 και κατά 74% στα σωματίδια PM2.5, σε σύγκριση με τις ημέρες που δεν γινόταν χρήση τζακιού ή ξυλόσομπας. Οι επιστήμονες επέλεξαν τη συγκεκριμένη περιοχή, διότι είναι απομακρυσμένη από το κέντρο της Αθήνας και δεν επηρεάζεται από άλλες εκπομπές καύσης ορυκτών καυσίμων (ρύπανση από ντιζελοκίνητα και άλλα οχήματα). Μια πρώτη ένδειξη για την επιδείνωση του νέφους από την καύση ξύλων είχαν οι επιστήμονες και πέρσι στην περιοχή της Θεσσαλονίκης με βάση τις μετρήσεις των επίσημων δικτύων παρακολούθησης ατμοσφαιρικής ρύπανσης.

Σύμφωνα με τα όσα ανέφερε στην «Espresso» ο καθηγητής ατμοσφαιρικής ρύπανσης στη σχολή Χημικών Μηχανικών του ΕΜΠ Ιωάννης Ζιώμας: «Το 2011 είχαμε παρατηρήσει αύξηση της ατμοσφαιρικής ρύπανσης και φέτος περιμέναμε μεγαλύτερη. Οπως κι έγινε, ιδιαίτερα στις αστικές περιοχές. Ανάλογα και με τον καιρό, η συνεισφορά της καύσης ξύλων προστίθεται στην υφιστάμενη ρύπανση. Ωστόσο δεν έχω στη διάθεσή μου στοιχεία που να καταδεικνύουν το μέγεθος του προβλήματος. Υπάρχει όμως αισθητή αύξηση» σημείωσε και συνέχισε: «Σημαντικό ρόλο όσον αφο
ρά τις εκπομπές ρύπων παίζει και η ποιότητα του ξύλου. Στην Ευρώπη υπάρχουν συγκεκριμένες προδιαγραφές για την ποσότητα των καυσαερίων που θα πρέπει τα ξύλα να βγάζουν κατά την καύση καθώς και για τα στερεά κατάλοιπα. Στην Ελλάδα δεν υπάρχει κανένας έλεγχος ως προς αυτό».

Από την πλευρά του, ο ακαδημαϊκός καθηγητής Χρήστος Ζερεφός ανέφερε σε δηλώσεις του: «Η καύση ξύλων και βιομάζας παράγει καπνό που αποτελείται από μικρά σωματίδια, καθώς και άλλους ρύπους: διοξείδιο του θείου, μονοξείδιο του άνθρακα, οξείδια του αζώτου, όζον κ.ά. Οι δυσμενείς μετεωρολογικές συνθήκες που επικράτησαν το τελευταίο διάστημα προκάλεσαν τη συσσώρευση του διοξειδίου του θείου και τον σχηματισμό αιθαλομίχλης» τόνισε και πρόσθεσε: «Πρόκειται για μια επικίνδυνη κατάσταση που απειλεί τη δημόσια υγεία, ιδιαίτερα τους ηλικιωμένους, τα παιδιά και τους πάσχοντες από άσθμα, βρογχικά, αναπνευστικά προβλήματα και καρδιά. Γι' αυτό τον λόγο θεωρώ απαράδεκτη την πολιτεία που αδυνατεί να συλλάβει τους λαθρεμπόρους του πετρελαίου και γι' αυτό θεσπίζει με προχειρότητα εξοντωτικά φορολογικά μέτρα, οδηγώντας τον πληθυσμό στη χρήση επικίνδυνων καύσιμων υλών».

Στο μεταξύ, να μπει πλαφόν στις ποσότητες καυσόξυλων που θα επιτρέπεται να κόβουν οι πολίτες από τα δάση ζητεί το υπουργείο Περιβάλλοντος με εγκύκλιο προς τις δασικές αρχές. Το ΥΠΕΚΑ ζητεί επίσης να τεθούν κανόνες ως προς το είδος της ξυλείας και τα σημεία όπου θα επιτρέπεται η υλοτομία, καθώς και να περιοριστούν οι δικαιούχοι στους μόνιμους κατοίκους ορεινών οικισμών.


«Βρογχίτιδα, άσθμα και καρδιολογικά προβλήματα»
«Αν οι τιμές είναι αυξημένες, από τα σωματίδια μπορεί να προκληθεί βήχας, παρόξυνση χρόνιας βρογχίτιδας, άσθμα, αναπνευστικά και καρδιολογικά προβλήματα» επισήμανε στην «Espresso» ο καθηγ
ητής Πνευμονολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών Παναγιώτης Μπεχράκης και συνέστησε σε όλους μας: «Να αναπνέουμε από τη μύτη. Εκεί τα σωματίδια φιλτράρονται και δεν φθάνουν στο κατώτατο αναπνευστικό σύστημα». Οπως όμως σημείωσε ο ίδιος, «για να δούμε την έκταση και την ένταση του προβλήματος πρέπει κατ’ αρχήν να επισημοποιηθούν οι μετρήσεις. Με το μάτι και τη μυρωδιά δεν είναι ο κατάλληλος τρόπος να προσεγγίσουμε ένα θέμα τόσο μεγάλης ευθύνης. Αρα, θα πρέπει να αποδείξουμε την ύπαρξή του και να προσδιορίσουμε τη διάστασή του. Στη συνέχεια να δούμε πόσο πράγματι συνδέεται σε αυτό στο οποίο το αποδίδουμε, την καύση καυσόξυλων στα τζάκια» τόνισε και πρόσθεσε: «Ακόμη είμαστε στη φάση των ενδείξεων. Αποδείξεις επιστημονικές τουλάχιστον εγώ μέχρι σήμερα δεν έχω δει. Είναι μεμονωμένα και σποραδικά τα αποτελέσματα που έχουν γίνει γνωστά. Δεν μας δίνουν τη δυνατότητα να έχουμε μια συγκριτική αξιολόγηση με το τι γινόταν την προηγούμενη χρονιά, τον αντίστοιχο καιρό. Θα πρέπει να σημειώσουμε ότι οι τιμές ρύπων που έχουν ανακοινωθεί είναι μικρές. Δεν δείχνουν κάτι το υπερβολικό, ώστε να προσεγγίζει το νέφος του Λονδίνου, το οποίο το 1952 ήταν θανατηφόρο».


Ασφυξία και στην επαρχία
Αφόρητη έχει γίνει η ατμόσφαιρα και σε μεγάλες επαρχιακές πόλεις από τα τζάκια και τις ξυλόσομπες που «καίνε» ασταμάτητα λόγω του κρύου. Σε πολλές περιοχές της χώρας ο μέσος όρος των αιρούμενων σωματιδίων ξεπέρασε κατά πολύ το όριο των 50 μικρογραμμαρίων ανά κυβικό μέτρο αέρα, που έχει ορίσει η Παγκόσμια Οργάνωση Υγείας. Θεσσαλονίκη, Βόλος, Ξάνθη, Σέρρες, Λάρισα, Πάτρα, Χανιά και άλλες πόλεις σκεπάστηκαν από καπνομίχλη. Η ατμόσφαιρα στην πόλη του Βόλου -ιδιαίτερα τις βραδινές ώρες- είναι αποπνικτική και οι τρεις σταθμοί μέτρησης της ατμοσφαιρικής ρύπανσης του Πανεπιστημίο
υ Θεσσαλίας έδειξαν την εκτίναξη της τιμής συγκέντρωσης των PM10. Στην Ξάνθη η κατάσταση είναι ανυπόφορη, ενώ μέσα στο νέφος που έχει προκληθεί «χάνεται» ολόκληρη η πόλη. Από την άλλη, οι προχθεσινές μετρήσεις στον σταθμό ατμοσφαιρικής ρύπανσης του δήμου στη δυτική Θεσσαλονίκη, με όριο τα 50 mg/m3 έδειξαν ότι τα αιωρούμενα σωματίδια εκτοξεύθηκαν στα 265 mg/m3, ενώ στα ύψη ήταν και οι χθεσινές μετρήσεις με μέση ημερήσια τιμή τα 215 mg/m3.




Το θανατηφόρο νέφος που είχε σκοτώσει πάνω από 10.000 άτομα στο Λονδίνο
Περισσότεροι από 10.000 άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους στο πιο ακραίο περιστατικό ατμοσφαιρικής ρύπανσης από τον καπνό των τζακιών, που έμεινε στην ιστορία ως το «Μεγάλο νέφος». Πρόκειται για το πέπλο αιθαλομίχλης που σκέπασε το Λονδίνο τον Δεκέμβριο του 1952 και το οποίο είχε ως αποτέλεσμα την απαγόρευση χρήσης του τζακιού στις αστικές περιοχές της Μεγάλης Βρετανίας. Για να αντιμετωπίσουν το δριμύ ψύχος που είχε κάνει την εμφάνισή του στις αρχές Δεκεμβρίου του 1952, οι Λονδρέζοι άρχισαν να ρίχνουν στα τζάκια και τις ξυλόσομπες μεγάλες ποσότητες ξύλου. Υπό φυσιολογικές συνθήκες αυτό δεν θα δημιουργούσε ιδιαίτερο πρόβλημα, ωστόσο στις 5 του μήνα σημειώθηκε κάτι πρωτοφανές. Οι ατμοσφαιρικές συνθήκες που επικράτησαν εκείνη τη μέρα «παγίδευσαν» σε χαμηλό ύψος τον καπνό που έβγαινε από τα τζάκια και τις κοντινές βιομηχανίες. Η αιθάλη από την καύση του ξύλου ενώθηκε με την ομίχλη και δημιούργησε ένα παχύ στρώμα αιθαλομίχλης που κάλυψε τα πάντα στη βρετανική πρωτεύουσα. Το νέφος ήταν τόσο πυκνό που η ορατότητα σε ορισμένες περιπτώσεις δεν ξεπερνούσε τα 30 εκατοστά! Το φαινόμενο κράτησε έως τις 9 Δεκεμβρίου, κοστίζοντας τη ζωή σε 4.000 ανθρώπους με βεβαρημένο ιατρικό ιστορικό. Επίσης εκτιμάται ότι άλλοι 8.000 πέθαναν αργότερα εξαιτίας της έκθεσή τους στο νέφος. Για να αποφευχθεί μια νέα τραγωδία απαγορεύτηκε στους κατοίκους αστικών περιοχών να καίνε ξύλα στα τζάκια των σπιτιών τους.