Ο καθοριστικός ρόλος της γεωγραφίας στην οικονομική κατάρρευση της Ελλάδος
[μετάφραση: Ιωάννης Κωτούλας, ιστορικός, υπ.Δρ.Φ.]
New York Times, 25/4/2010
Η Ελλάδα βρίσκεται στο σημείο, όπου αλληλεπικαλύπτονται οι ιστορικά υπανάπτυκτοι κόσμοι της Μεσογείου και των Βαλκανίων. Το γεγονός αυτό ενέχει τεράστιες συνέπειες για την πολιτική και την οικονομία της Ελλάδος. Για τα κράτη της βορείου Ευρώπης η συμπερίληψη μίας χώρας, όπως η Ελλάδα, στην νομισματική τους ένωση, συνιστά ένδειξη του πόσο φιλόδοξο ήταν πάντοτε το σχέδιο της ευρωπαϊκής ενοποίησης. Ίσως υπερβολικά φιλόδοξο, σκέπτονται πλέον πολλοί Γερμανοί και πολίτες άλλων κρατών της βόρειας Ευρώπης.
Δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι τα κράτη της Ευρώπης με προβληματικές οικονομίες– η Ελλάδα, η Ιταλία, η Ισπανία και η Πορτογαλία – βρίσκονται όλα στον νότο. Οι μεσογειακές κοινωνίες, παρά τις καινοτομίες που εισήγαγαν στην πολιτική (την αθηναϊκή δημοκρατία και την ρωμαϊκή res publica) χαρακτηρίζονταν, όπως αναφέρει ο Γάλλος ιστορικός Fernard Braudel, ως «παραδοσιοκρατικές και άκαμπτες». Η σχετικά πτωχή ποιότητα των εδαφών της Μεσογείου ευνόησε την δημιουργία εκτεταμένων γαιοκτησιών, οι οποίες κατ’ ανάγκην βρίσκονταν υπό τον έλεγχο των πλουσίων. Το γεγονός αυτό συνέβαλε σε μία άκαμπτη κοινωνική διάρθρωση, όπου τα μεσαία κοινωνικά στρώματα αναπτύχθηκαν πολύ αργότερα σε σχέση με την βόρεια Ευρώπη, καθώς επίσης και σε οικονομικές και πολιτικές ενδογενείς αδυναμίες, όπως ο κρατισμός και η απολυταρχία. Δεν προκαλεί έκπληξη το γεγονός ότι τα τελευταία πενήντα χρόνια στην ελληνική πολιτική σκηνή κυριαρχούν δύο οικογένειες, οι Καραμανλήδες και οι Παπανδρέου.
Δεν είναι επίσης καθόλου τυχαίο ότι το ευημερούν τμήμα του ευρωπαϊκού υπερκράτους της εποχής μας ταυτίζεται με τον μεσαιωνικό εδαφικό πυρήνα της Ευρώπης, καθώς η πρωτεύουσα του Καρλομάγνου, η Aix-la-Chapelle (σημερινό Άαχεν της Γερμανίας) βρίσκεται ακόμη στο γεωγραφικό κέντρο της Ευρώπης, πολύ κοντά στο πλέγμα πολιτικής ισχύος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, δηλαδή τις Βρυξέλλες στο Βέλγιο, την Χάγη και το Μάαστριχτ στην Ολλανδία και το Στρασβούργο στην Γαλλία. Αυτή η λωρίδα γης, η σπονδυλική στήλη του πολιτισμού της Ευρώπης, είναι ταυτοχρόνως το σημείο με την αποδοτικότερη από οικονομικής άποψης γεωγραφική συνάντηση γης και θάλασσας. Οι Κάτω Χώρες, με την άμεση πρόσβασή τους στον Ατλαντικό Ωκεανός και τους πολυάριθμους προστατευμένους ποταμούς και άλλες υδάτινες διόδους στο εσωτερικό της ενδοχώρας τους, ήταν ιδανικό γεωγραφικό σημείο για την εμφάνιση του εμπορίου, των μεταφορών και κατά συνέπεια της πολιτικής ανάπτυξης. Το έδαφος, το οποίο αποτελείται από ασβεστανθρακικά πορώδη πετρώματα (loess), είναι σκουρόχρωμο και εύφορο, ενώ τα δάση παρείχαν φυσική άμυνα σε εξωτερικές εισβολές. Γεωγραφικό κέντρο της Ευρώπης κατά την αρχαιότητα ήταν η Μεσόγειος, όμως, καθώς η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία απώλεσε την εκτεταμένη ενδοχώρα της, το ιστορικό κέντρο της Ευρώπης μετακινήθηκε προς τον βορρά.
Ωστόσο η Ευρώπη δεν υπέφερε μόνο από την διαίρεση ανάμεσα σε Βορρά και Νότο. Τον 4ο μ.Χ. αιώνα η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία διαιρέθηκε στο δυτικό και το ανατολικό τμήμα, ενώ δημιουργήθηκαν δύο αντιμαχόμενα πολιτικά κέντρα, η Ρώμη και η Κωνσταντινούπολη. Η Δυτική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία υποκαταστάθηκε σταδιακά από το φραγκικό βασίλειο του Καρλομάγνου και το Βατικανό, τα οποία αποτέλεσαν τον πυρήνα της Δυτικής Ευρώπης. Η Ανατολική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία, το Βυζάντιο, κατοικείτο κυρίως από ελληνόφωνους Ορθόδοξους Χριστιανούς, ενώ αργότερα, μετά την άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους Οθωμανούς το 1453, από μουσουλμάνους. Τα Καρπάθια Όρη, τα οποία κείνται βορειοανατολικά της πρώην Γιουγκοσλαβίας και χωρίζουν την Ρουμανία σε δύο μέρη, ενίσχυσαν σε έναν βαθμό αυτό το όριο ανάμεσα στη Ρώμη και το Βυζάντιο και αργότερα ανάμεσα στην ευημερούσα Αυτοκρατορία των Αψβούργων με έδρα την Βιέννη και την πτωχότερη Οθωμανική Αυτοκρατορία με έδρα την Κωνσταντινούπολη. Η σημερινή Ελλάδα είναι πολύ περισσότερο προϊόν του βυζαντινού και του τουρκικού δεσποτισμού παρά της κλασικής Αθήνας του Περικλή.
Κατά την αρχαιότητα η Ελλάδα ευνοείτο από την γεωγραφία, καθώς αποτελούσε τον προθάλαμο της Εγγύς Ανατολής – τον τόπο, όπου τα απάνθρωπα κοινωνικά συστήματα της Αιγύπτου και της Μεσοποταμίας εξευγενίζονταν και εξανθρωπίζονταν, οδηγώντας στην γέννηση της Δύσης. Στη σημερινή, όμως, Ευρώπη η Ελλάδα βρίσκεται στο προβληματικό, «εξανατολισμένο» άκρο της. Ακόμη και έτσι η Ελλάδα είναι ένα κράτος με σημαντικά αυξημένη πολιτική σταθερότητα και ευημερία σε σχέση με χώρες, όπως η Βουλγαρία και το Κόσσοβο, και πάλι όμως αυτό συνέβη επειδή γλίτωσε τις αγριότητες των καθεστώτων του σοβιετικού κομμουνισμού.
Για να αντιληφθεί κανείς σε πόσο μεγάλο βαθμό η γεωγραφία και τα σύνορα των αυτοκρατοριών του παρελθόντος διαμορφώνουν τη σημερινή Ευρώπη, αρκεί να εξετάσει την εξέλιξη της πρώην κομμουνιστικής ανατολικής Ευρώπης. Οι χώρες στον βορρά, οι οποίες είναι κληρονόμοι της παράδοσης της Πρωσίας και της αυτοκρατορίας των Αψβούργων – η Πολωνία, η Τσεχία και η Ουγγαρία – έχουν επιτύχει από οικονομικής άποψης σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό απ’ ό,τι οι κληρονόμοι του Βυζαντίου και της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας: η Ρουμανία, η Βουλγαρία, η Αλβανία και η Ελλάδα. Και τα τμήματα της πρώην Γιουγκοσλαβίας, τα οποία τελούσαν υπό την επιρροή των Αψβούργων, η Σλοβενία και η Κροατία, έχουν ξεπεράσει τις γειτονικές περιοχές, οι οποίες τελούσαν υπό την τουρκική επιρροή, δηλαδή τη Σερβία, το Κόσσοβο και την FYROM. Η διάλυση της Γιουγκοσλαβίας το 1991, τουλάχιστον σε ένα αρχικό επίπεδο, αντανακλούσε την πολιτιστική διαίρεση ανάμεσα στη Ρώμη και το Βυζάντιο.
Η ελληνική κρίση χρέους συνιστά τη μεγαλύτερη πρόκληση μετά τις αποσχιστικές τάσεις των κρατών της Γιουγκοσλαβίας, οι οποίες κατέδειξαν την προσπάθεια της Ευρώπης να υπερβεί τις γεωγραφικές και τις ιστορικές της διαιρέσεις. Ενώ κατά τις πρώτες δεκαετίες του Ψυχρού Πολέμου το ευρωπαϊκό εγχείρημα είχε ως αποστολή απλώς να υπερβεί το μακρόχρονο χάσμα ανάμεσα στην Γαλλία και την Γερμανία, πλέον τίθεται ως αποστολή της καρολίγγειας και της πρωσικής Ευρώπης – των Βρυξελλών και του Βερολίνου – να ενσωματώσουν τις απόμακρες περιφέρειες της Μεσογείου και των Βαλκανίων. Και ακριβώς επειδή η Ευρώπη, για πρώτη φορά στην ιστορία της, δεν αντιμετωπίζει εξωτερικές απειλές για την ασφάλειά της, είναι πιθανό να πέσει θύμα του ναρκισσισμού των εσωτερικών της αντιφάσεων. Το γεγονός ότι οι βόρειες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης δεν είναι πρόθυμες να βοηθήσουν την Ελλάδα από οικονομικής άποψης αποκλειστικά με τις δικές τους προσόδους, αλλά βασίζονται στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, το οποίο θα συνεισφέρει ποσό ύψους 20 δισ. δολαρίων, καταδεικνύει ότι υπάρχουν όρια στο πόσο μακριά θα πορευτούν οι χώρες αυτές στην πορεία τους προς την υλοποίηση του ονείρου μίας ενωμένης υπερηπείρου.
Ωστόσο, ακριβώς όπως η γεωγραφία έχει λειτουργήσει ως διαιρετικός παράγοντας για την Ευρώπη, συμβάλλει επίσης στην ενοποίησή της. Για παράδειγμα, ένας υδάτινος διάδρομος από τον Ατλαντικό Ωκεανό έως την Μαύρη Θάλασσα έχει επιτρέψει επί αιώνες στους ταξιδιώτες να διασχίζουν την Ευρώπη γρήγορα και άνετα καθ’ όλο το μήκος της, συμβάλλοντας στη συνοχή της Ευρώπης και στην αίσθηση της ιδιαίτερης ταυτότητάς της. Ο Δούναβης, όπως αναφέρει εγκωμιαστικά ο Ιταλός λόγιος Claudio Magris, «έλκει την γερμανική κουλτούρα, με το ιδεώδες της μίας πνευματικής Οδύσσειας, προς την Ανατολή, προσμειγνύοντάς την με άλλες κουλτούρες σε άπειρες υβριδιακές μεταμορφώσεις. Η Κεντρική Ευρώπη, η οποία είχε αποκοπεί βίαια από την Δύση κατά την διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου, αποτελεί τον συνεκτικό ιστό της ηπείρου. Πρόκειται για ένα δεδομένο, το οποίο εναποθέτει καθαρά την ευθύνη για την υπέρβαση της ιστορικής αυτής διαίρεσης στους ώμους της ενωμένης Γερμανίας.
Οι Γερμανοί οφείλουν να συνειδητοποιήσουν ότι η Ελλάδα, μία χώρα με μόνο 11 εκατομμύρια κατοίκους, παραμένει παρά το μικρό της δυναμικό, ο έσχατος δείκτης της υγείας του ευρωπαϊκού εγχειρήματος. Η Ελλάδα είναι το μόνο μέρος των Βαλκανίων, το οποίο είναι προσβάσιμο από διάφορες θαλάσσιες οδούς της Μεσογείου, βρίσκεται πσε ίση απόσταση από τις Βρυξέλλες και τη Μόσχα και είναι εξίσου συγγενές πολιτιστικά με τη Ρωσία όσο και με την Ευρώπη λόγω της Ανατολικής της Ορθοδοξίας. Στον αιώνα μας πιθανότατα θα δούμε την επίταση της πίεσης εκ μέρους της ισχυροποιούμενης Ρωσίας σε τμήματα της Ευρώπης, ιδίως στα παλαιά κράτη-δορυφόρους της ανατολικής Ευρώπης, και η πολιτική κατάσταση στην Αθήνα θα καταδεικνύει σε μεγάλο βαθμό την επιτυχία ή αποτυχία του ευρωπαϊκού εγχειρήματος. Τα καλά νέα είναι ότι οι Ευρωπαίοι του βορρά το γνωρίζουν αυτό και δεν θα αφήσουν την Ελλάδα να καταρρεύσει. Πράγματι, αν η Ελλάδα αφηνόταν να παρασυρθεί από άποψης πολιτικής υπαγωγής ανατολικά θα ακύρωνε οποιαδήποτε ελπίδα μίας μεγάλης, συνεκτικής Ευρώπης – από γεωγραφικής, πολιτικής και πολιτιστικής άποψης – οδηγώντας στην δημιουργία μίας μικρής και ασήμαντης Ευρώπης, όπως η αυτοκρατορία του Καρλομάγνου, η οποία αξίωνε να θεωρείται ως Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία.
Ο Robert D. Kaplan είναι senior fellow στο Κέντρο για τη Νέα Αμερικανική Ασφάλεια (Center for a New American Security) και ανταποκριτής του περιοδικού The Atlantic.