Του Κώστα Βαξεβάνη – “Hoc Doc”
Με μια απλή εμπειρική λογική, ο βαθμός της καταπίεσης ή της εξαθλίωσης του κόσμου γεννά αυτόματα την αντίδραση. Οι άνθρωποι δηλαδή αντιδρούν όταν σπρώχνονται στο περιθώριο, όταν τους αφαιρούνται επιλογές, όταν αγγίζουν τα όριά τους. Είναι μάλλον εμφανές πια πως στην κοινωνία δεν λειτουργεί αυτή η γραμμική σχέση, ο αυτοματισμός.
Η καταπίεση δεν δημιουργεί απαραίτητα επαναστάτες. Ή τουλάχιστον δεν τους δημιουργεί την ώρα που περιμένει κάποιος πως θα εμφανιστούν. Μπορεί κάλλιστα να φτιάχνει δούλους και υποτακτικούς. Στην Ελλάδα της κρίσης ο Σαμαράς συνεχίζει να κυβερνά με μέτρα που απομακρύνουν κάθε ανάπτυξη, με τον Βενιζέλο να του υπαγορεύει πολιτικές και τον Κουβέλη να του χαϊδεύει με κατανόηση το χέρι.
Τι είναι αυτό που κάνει τους πολίτες αυτής της χώρας να ανέχονται την κοροϊδία ή, ακόμα περισσότερο, να θέλουν να πιστεύουν πως όσοι κατέστρεψαν τη χώρα μπορεί ίσως την τελευταία στιγμή να την σώσουν; Ποιοι είναι αυτοί τέλος πάντων που δεν τρομάζουν ακόμη βλέποντας τον Μάκη Γιακουμάτο και τη Θεοδώρα Τζάγκρη στα τηλεπαράθυρα να διαμορφώνουν πολιτική, ενώ ταυτόχρονα αναρωτιούνται μήπως οι επόμενοι που θα έρθουν δεν μπορούν να κυβερνήσουν;
Πριν από μερικές ημέρες στη Βαρκελώνη Ισπανοί συνάδελφοι με ρωτούσαν με ειλικρινή απορία γιατί οι Έλληνες δεν ξεσηκώνονται με όλα αυτά που γίνονται σε βάρος τους. Γιατί δεν τελειώνουν με αυτό στο σύστημα της διαφθοράς που εισπράττει πλούτο παράγοντας μόνο ψέματα. Η ίδια απορία δεν ισχύει μόνο για την Ελλάδα, αλλά και για την Ισπανία, την Πορτογαλία, όλο τον ευρωπαϊκό νότο.
Συνδεδεμένος με μια Ευρωπαϊκή Ένωση που υλοποιεί αποφάσεις της Γερμανίας και της Γαλλίας κυρίως, κυβερνιέται από δυνάμεις που είναι συνδεδεμένες με τη διαφθορά και τώρα πια με την υποτέλεια που εξασφαλίζει την πολιτική επιβίωση των διεφθαρμένων.
Απέναντι σε όλο αυτό το σύστημα, οι πολίτες αδυνατούν να καταλάβουν τη διαφορά της πολιτικής από τη διεφθαρμένη της έκφραση, την οποία έχουν συνηθίσει. Το χειρότερο είναι πως αυτοί οι πολίτες επί δεκαετίες έχουν εκ-παιδευτεί ως πελάτες, συναλλασσόμενοι, καταναλωτές. Έχουν ξεχάσει κάθε κοινωνικότητα, την έχουν αντικαταστήσει με τη συνεύρεση και σίγουρα όχι με τον προβληματισμό.
Στην Ελλάδα που ενοχοποιούσε την αμφισβήτηση και κλωνοποιούσε συστηματικά την ομοιογένεια του στιλ, οι άνθρωποι είναι εκπαιδευμένοι να αναζητούν την προσωπική λύση. Τις περισσότερες φορές αυτή είναι ταυτισμένη με το βόλεμα και την εξαίρεση. Η συλλογικότητα ήταν ένα άκοπο μόρφωμα που χόρευε στα κλαμπ με τις χορηγίες των τραπεζών και θεωρούσε εθνική υπόσταση τα έργα των κρατικοδίαιτων εργολάβων. Αυτός ο κόσμος είναι δύσκολο σήμερα και να καταλάβει και να δράσει. Πρέπει να επαναπρογραμματιστεί η συλλογική συνείδηση, να επαναδιατυπωθούν οι αξίες, να ανακαλυφθεί ξανά η πολιτική και η σημασία της.
Οι άνθρωποι είναι πολιτικά όντα, εξαρτώνται από την πολιτική και την δημιουργούν, ακόμη και όταν επιλέγουν να πάνε για μπάνια την ώρα που ανοίγουν οι κάλπες. Δεν υπάρχει όμως άλλη λύση απ' το να δράσουν. Ακόμη και στην πιο έντονη αγωνία του, ο κόσμος ρωτάει «τι θα γίνει τώρα», εννοώντας ποιος θα το κάνει. Ποιος θα το ετοιμάσει και θα το προσφέρει με όλες τις εγγυήσεις καλής και συμφέρουσας λειτουργίας. «Κανένας» είναι η απάντηση. Μπορεί να συμβεί αν αποφασίσουμε πως τίποτα δεν προκύπτει χωρίς τη συμμετοχή μας. Ανακαλύπτοντας ίσως ξανά την αξιοπρέπεια ως στοιχείο προσωπικής λειτουργίας αλλά και κρίσης της πολιτικής και των πολιτικών.
Για να είμαι ειλικρινής, πιστεύω πως αυτοί που μπορούν να το κάνουν είναι τα πραγματικά θύματα της σημερινής κατάστασης. Όσοι δεν μπορούν να απαντήσουν πώς θα είναι το αύριο, γιατί δεν το σκέφτονται με τους όρους του χθες. Οι νέοι.