Της Ζέζας Ζήκου στην ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ
Oταν ο Ναπολέων ίδρυσε την κεντρική τράπεζα της Γαλλίας για να μην είναι η χώρα του στο έλεος των τραπεζιτών/κερδοσκόπων, είχε πει: «Οταν μια κυβέρνηση εξαρτάται από τους τραπεζίτες για να βρει χρήμα, τότε θα ελέγχουν την κατάσταση αυτοί και όχι οι κυβερνήτες, αφού το χέρι που δίνει είναι πάντα πάνω από το χέρι που παίρνει». Ετσι έβαλε την πολιτική πάνω από τους τραπεζίτες. Αλλά η πολιτική έχει απαχθεί από τους τραπεζίτες. Οπωσδήποτε, έχει ανάψει η συζήτηση περί της ανεξαρτησίας τους, που δεν στερείται ιδεολογικού περιεχομένου, καθώς αρκετοί αμφισβητούν τη σκοπιμότητα αυτού του «κεκτημένου» των κεντρικών τραπεζιτών. Επίμαχο ζήτημα που επανήλθε στην επικαιρότητα εξαιτίας της σφόδρα διαπλεκόμενης διοίκησης της κεντρικής τράπεζας της Κύπρου. Ενα απίστευτο σκάνδαλο τεραστίων διαστάσεων, με τραπεζικές και πολιτικές διαστάσεις, αποκαλύπτεται στην Κύπρο. Το έγγραφο που έχει φτάσει στα χέρια του γενικού εισαγγελέα, αναφέρει ονόματα πολιτικών, δημάρχων, συνδικαλιστών οι οποίοι πήραν δάνεια εκατοντάδων εκατομμυρίων ευρώ και πέτυχαν να τα διαγράψουν, προκαλώντας τεράστια ζημία στις δύο κυπριακές τράπεζες, που έφεραν στο χείλος του γκρεμού την οικονομία της Κύπρου. Ξεχωρίζει η περίπτωση του Γ.Β., κορυφαίου πολιτικού της Κύπρου που ήταν μέτοχος εταιρείας η οποία συμφώνησε με τη Λαϊκή Τράπεζα για διαγραφή χρέους το 2014 ενός ποσoύ 5,8 εκατ. ευρώ.
Πάντα θυμάμαι την άποψη του Keynes: πως ένας «καλός» τραπεζίτης δεν είναι αυτός που προέβλεψε τους κινδύνους και τους απέφυγε, αλλά, δυστυχώς, αυτός του οποίου τα ερείπια της πολιτικής του τα συμμερίζονται με έναν συμβατικό και ορθόδοξο τρόπο οι υπόλοιποι τραπεζίτες, έτσι ώστε να μην μπορεί κανείς στην πραγματικότητα να τον κατηγορήσει. Οι κεντρικοί τραπεζίτες συνήθως κάνουν μεγαλύτερο κακό, απ’ ό,τι καλό! Αποδείχτηκαν στην κυριολεξία ανεπαρκείς, αποτυγχάνοντας να ελέγξουν τη «δημιουργική ασυδοσία» των ιδιωτικών τραπεζών, που βύθισαν τη Δύση σε ανείπωτη κρίση. Ενδεχομένως, να έχουν εξελιχθεί οι ίδιες στον επόμενο «αδύναμο κρίκο» της οικονομίας. Χωρίς να εξουσιοδοτηθούν από τους λαούς, παρά μόνο από τους κυβερνώντες, καλούνται να σώσουν το σύστημα. Από τι όμως; Η απάντηση είναι απλή: από τις δικές τους υπερβολές και αβλεψίες και από τη δική τους αμετροέπεια και λαιμαργία. Η ιστορία επαναλαμβάνεται με μονότονη συχνότητα. Πρώτα ήταν τα κρατικά δάνεια. Εύκολα ξεχάστηκε, π.χ., ο υπερδανεισμός της Βραζιλίας στη δεκαετία του 1980 που κόντεψε να γκρεμίσει τη Citibank. Χρειάστηκε κρατική παρέμβαση σε επίπεδο κεντρικών τραπεζών και διεθνών οργανισμών (IMF και World Bank) για να σωθεί το σύστημα.
Δεύτερο κρούσμα, τα junk bonds του Milken και τα leveraged buyouts της KKR (θυμάστε την εξαγορά της Nabisco για 22 δισ. δολ.;), όταν οι επενδυτές μαζεύονταν κάθε μήνα για να γιορτάσουν τις υπερβολές τους. Η κατάληξη ήταν το μεγάλο κραχ της Wall Street το 1987. Ακολούθησε η «φούσκα» των μετοχών της Νέας Οικονομίας που παρέσυρε το σύνολο των εταιρειών υψηλής τεχνολογίας, κλονίζοντας το χρηματιστήριο του Nasdaq. Κατάληξη γι’ αυτό η κρίση του 2000. Και το 2008 ήταν, με απλά λόγια, το έτος που σταμάτησε να λειτουργεί το χρηματοπιστωτικό σύστημα των ΗΠΑ. Σημειώθηκε το τραπεζικό κραχ του 21ου αιώνα. Φυσικά, το τραπεζικό σύστημα βρέθηκε στην πραγματικότητα σε κατάσταση όπου θα έπρεπε να κηρύξουν πτώχευση όλες, σχεδόν, οι τράπεζες. Και για να αποφευχθούν οι κατά συρροήν χρεοκοπίες, ενισχύθηκαν με δημόσιο χρήμα οι τράπεζες. Το κράτος εξαναγκάστηκε να παρέμβει και ως «επενδυτής» και ως «ρυθμιστής», αλλά και ως «οικονομική δύναμη». Το σλόγκαν: «Oταν το “e-money”... καταργήσει τις κεντρικές τράπεζες», παραμένει κυρίαρχο στο smart χρήμα. Βέβαια, η άποψη της κατάργησης των κεντρικών τραπεζών έχει ακαδημαϊκές ρίζες. Kαίριοι επικριτές των κεντρικών τραπεζών υπήρξαν οι Adam Smith, Walter Bagehot, Friedrich Hayek και Milton Friedman, υποστηρίζοντας ένα ελεύθερο τραπεζικό σύστημα στο οποίο οι ιδιωτικές τράπεζες θα επιτραπεί να εκδίδουν τα δικά τους τραπεζογραμμάτια μέσα σε ανταγωνιστικές συνθήκες με τις άλλες τράπεζες.
Ειδικότερα, ο Hayek πίστευε πως το μονοπώλιο του κράτους επί της προσφοράς χρήματος ήταν η κύρια αιτία της πυροδότησης του πληθωρισμού κατά τη διάρκεια του 20ού αιώνα. Eνα ιδιωτικοποιημένο χρηματοπιστωτικό καθεστώς θα οδηγήσει σε νομισματική πειθαρχία. Η πολύτιμη δική του «Aυστριακή» θεωρία των κύκλων που αναλύει τις συνέπειες της υπερ-επένδυσης όταν αυτή τροφοδοτείται από υπερβολικές πιστώσεις, έχει δικαιώσει αρκετές φορές τον Hayek, παρά το γεγονός ότι ο ατυχής την κυκλοφόρησε σε ανεπίκαιρη στιγμή, δηλαδή τη δεκαετία του 1930. Ωστόσο, το όραμα του Hayek για ιδιωτικοποίηση του χρηματιστικού συστήματος δεν μπορεί να γίνει πραγματικότητα με τη θεσμοθέτηση της κατάργησης των κεντρικών τραπεζών, αλλά μόνο με μια επαναστατική καινοτομία που δεν θα διακυβεύει την ύπαρξη της νομισματικής μονάδας. Yποστηρίζεται πως το μονοπώλιο των κεντρικών τραπεζών θα διαταραχθεί μόνο όταν το ηλεκτρονικό χρήμα, δηλαδή το «e-money», θα υποσκελίσει τον ρόλο του ορθόδοξου χρήματος. H επίδραση του «e-money» στη νομισματική πολιτική θα εξαρτηθεί από το πόσο επηρεάζει τη ζήτηση των τραπεζικών διαθεσίμων. Mια κεντρική τράπεζα μπορεί να μεταβάλει τα επιτόκιά της, επειδή έχει το μονοπώλιο της προσφοράς διαθεσίμων στο τραπεζικό σύστημα. Oι κεντρικές τράπεζες δεν θα χάσουν το μονοπώλιό τους, αλλά όπως υποστηρίζει ο Benjamin Friedman, καθηγητής στο Harvard, το μονοπώλιο αυτό θα γίνει κάποια ημέρα άχρηστο.