Μια φορά κι έναν καιρό, ήταν ένας πρωθυπουργός που όλο έπαιρνε νωπές εντολές και όλο τις ξεχνούσε έξω απ΄το ψυγείο και χαλούσανε. Κάποια στιγμή τον έκοψε η πείνα και αποφάσισε να ξαναβγει για νωπή εντολή στις 4 Οκτωβρίου. Τον πρόλαβε η μοίρα όμως, γιατί αυτή τη φορά του χάλασε και το ψυγείο.
Άρχισε να πετάει τρόφιμα:Βουλγαράκια γεμιστά, Τσιτουρίδια ψητά, Λιάπηδες με ρύζι, Μαγγινάδες με αρακά, Δούκες λαδολέμονο, κι ένα σωρό σκατολοϊδια που ξεγέλαγαν την πείνα του όταν χαλούσε η νωπή εντολή. Φώναξε τον μάστορα."Το ψυγείο δεν φτιάχνεται" του είπε, "η αντιπροσωπεία έκλεισε".Πώς θα άντεχε μέχρι τις 4 του Οκτώβρη; Νηστικός και ρημαγμένος πώς να πάει στην αγορά; Ο πρωθυπουργός χάιδεψε τρυφερά την τροφαντή κοιλιά του και ένα γαλάζιο δάκρυ κύλλησε νωπό.Έφαγε έναν Σουφλιά τέσσερα τυριά και μια Ντόρα κρασάτη που είχε στην κατάψυξη και κράτησαν, αλλά του πέσανε βαριά. Ήπιε μια Δημοσκοπίνη και κοιμήθηκε αμέσως.Ξύπνησε στις 5 Οκτωβρίου από δυνατές φωνές και γέλια.Σύρθηκε μέχρι το παράθυρο και είδε έκπληκτος κάτι που ποτέ δεν σκέφτηκε ότι γίνεται:μια νωπή εντολή εκτός ψυγείου, μοιρασμένη σε 11 εκατομμύρια μερίδες.Και ζήσαμε εμείς καλά κι εμείς καλύτερα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου