Ζυγούλης Φώτιο
ς: Προϊστάμενος Τμήματος Προγραμματισμού στο Δήμο Ηρακλείου Αττικής, Μέλος ΔΕΕ, Υποψήφιος Διδάκτωρ στο Πανεπιστήμιο Αθηνών με θέμα την απλοποίηση των διοικητικών διαδικασιών στο δημόσιο. fotiszygoulis@gmail.com
Ράνια Τσοπανά: Υπάλληλος Δήμου Νέας Ιωνίας Αττικής,
Απόφοιτη Τμήματος Τοπικής Αυτοδιοίκησης ΑΤΕΙ Καλαμάτας, π. Υπάλληλος Ινστιτούτου Τοπικής Αυτοδιοίκησης (ΙΤΑ) της ΚΕΔΕ
raniaaa_t@yahoo.gr
Η οικονομική κρίση στην Ελλάδα επηρέασε τα τελευταία χρόνια από το 2010 έως και σήμερα τον τρόπο
σκέψης και δράσης όλων μας. Ανέδειξε προβλήματα που ταλάνιζαν τη χώρα μας επί δεκαετίες. Ο κρατικός μηχανισμός αναγκάσθηκε
εκ των πραγμάτων να προσαρμοσθεί στις νέες συνθήκες. Η κρίση αυτή ανέδειξε τα μειονεκτήματα της Ελληνικής δημόσιας διοίκησης.
Η δημόσια διοίκηση ήταν ένα από τα μεγάλα προβλήματα της χώρας μας εξαιτίας της ανεπάρκειάς της να εξυπηρετήσει τόσο τον
πολίτη όσο και την πολιτική εξουσία. Τα προβλήματα της δημόσιας διοίκησης δεν εξηγούνται μόνο στο μηχανιστικό – φορμαλιστικό
πλαίσιο του μάνατζμεντ ενός οργανισμού, της οργάνωσης και του στρατηγικού σχεδιασμού, της διαχείρισης υλικών και ανθρώπινων
πόρων αλλά και στο πολιτικό – ιδεολογικό πλαίσιο της εξάρτησης πελατειακού χαρακτήρα (pantronage) της δημόσιας διοίκησης από την πολιτική εξουσία. Η διοικητική
συνέχεια παρά τις εκάστοτε πολιτικές αλλαγές είναι ένα ιδεολογικό καταρχήν πρόβλημα και ύστερα ένα οργανωσιακό, ειδικά στη
χώρα μας.....
Κρίνεται ως επιτακτική η ανάγκη για τον εκσυγχρονισμό της δημόσιας διοίκησης με στόχο την αποτελεσματικότητα
και αποδοτικότητα των δράσεων της ανεξάρτητα από τις αλλαγές που προκύπτουν κάθε φορά μετά τις εκλογές σε κεντρικό ή περιφερειακό
η τοπικό επίπεδο. Κρίνεται επίσης επιτακτική η ανάγκη για τον εκσυγχρονισμό της δημόσιας διοίκησης ανεξάρτητα από την υποχρέωση
της χώρας μας απέναντι στους δανειστές της.
1. Το θεσμικό σύστημα και ο Δήμαρχος.
Μέχρι την νομοθετική και οργανωτική αλλαγή του ¨Καλλικράτη» με το Ν. 3852/2010 η σταθερότητα και
η αποτελεσματικότητα της δημοτικής κυβέρνησης στηριζόταν σε δύο πόλους εξουσίας: το Δήμαρχο και το Δημοτικό Συμβούλιο. Οι
εξουσίες όμως του συλλογικού οργάνου, του Δημοτικού Συμβουλίου ήταν εξαιρετικά περιορισμένες.
Ο κομματισμός ο οποίος ήταν ανεπίσημος
στις διαδικασίες των δημοτικών εκλογών αλλά εντούτοις ουσιαστικός στην επιλογή των υποψηφίων δημάρχων έπαιζε σημαντικό
ρόλο. Όσον αφορά στις διοικητικές ικανότητες των υποψηφίων δημάρχων, αυτές δεν ενδιέφεραν την κεντρική εξουσία γιατί η τοπική
αυτοδιοίκηση, μέχρι την δεκαετία του 1980 δεν ασκούσε πολλές αρμοδιότητες. Πιστοποιητικά και καθαριότητα ήταν οι κύριες υποχρεώσεις
των πολυάριθμων ΟΤΑ. Η όποια διοικητική ανεπάρκεια του δημάρχου κρυβόταν πίσω από την πολυπλοκότητα του «κράτους των Αθηνών».
Σταδιακά το διπολικό σύστημα εξουσίας
(Δήμαρχος – Δημοτικό Συμβούλιο) αντικαταστάθηκε από ένα πολύπλοκο αδιαφανές σύστημα το οποίο ήταν πολύ-πολικό και συμμετείχαν
σε αυτό ειδικοί συνεργάτες, σύμβουλοι δημάρχων καθώς και διοικήσεις νομικών προσώπων.
Το παρασύστημα αυτό διακυβέρνησης χαρακτηριζόταν
από υπερβολική συγκέντρωση στο πρόσωπο του Δημάρχου. Δεν υπήρχαν άλλα συλλογικά όργανα ως ασφαλιστικές δικλείδες δημοκρατικότητας,
διαβούλευσης και συλλογικότητας στη λήψη αποφάσεων. Η νοσηρή αυτή κατάσταση αυτή άλλαξε με τον Καλλικράτη.
Με τον Ν. 3852/2010 καταστατικά όργανα των
ΟΤΑ είναι: Ο Δήμαρχος , Οι Αντιδήμαρχοι, Η Εκτελεστική Επιτροπή, Το Δημοτικό Συμβούλιο και οι επιτροπές του, Η Οικονομική Επιτροπή,
Η Επιτροπή Ποιότητας Ζωής, Η Δημοτική Επιτροπή Διαβούλευσης, Ο Συμπαραστάτης του Δημότη.
Ο Δήμαρχος επικουρείται πλέον (πέρα
από τους Αντιδημάρχους) από την Εκτελεστική Επιτροπή. Υποχρεούται δε να απαντά εγγράφως η προφορικώς στα ερωτήματα που του
υποβάλλουν τα μέλη του Δημοτικού Συμβουλίου. Στο πλαίσιο αυτό ο Δήμαρχος ελέγχεται και κρίνεται συνεχώς από θεσμικά όργανα
του ΟΤΑ. Η διαφάνεια και η διαβούλευση αποτελούν εκ των ων ουκ άνευ νομιμοποιητικές – θεσμικές προϋποθέσεις για την καλή
διακυβέρνηση στους ΟΤΑ στη χώρα μας.
2. Οι νέες τεχνολογίες και η πολιτική εξουσία
Η εισαγωγή των νέων τεχνολογιών (ΤΠΕ) και η προσπάθεια για μεταβολή και ανασχεδιασμό των διοικητικών
διαδικασιών επηρέασε τον τρόπο λήψης αποφάσεων στους ΟΤΑ κατά το δημοκρατικότερο. Η θεσμοθέτηση της προϋπόθεσης ανάρτησης
στο διαδίκτυο (πλατφόρμα της ΔΙΑΥΓΕΙΑ) των προς εκτέλεση διοικητικών πράξεων, η εισαγωγή ηλεκτρονικών μητρώων για τις διαδικασίες
προμηθειών, η εισαγωγή θεσμοποιημένων πολιτικών ανοικτών δεδομένων που αφορούν στους ΟΤΑ μετάλλαξε το καθεστώς διακυβέρνησης.
Η δημόσια γραφειοκρατία, η υπαλληλία είναι κατά τη δεκαετία του 2010 υποχρεωμένη να διεκπεραιώνει διαδικασίες στο κανονιστικό
πλαίσιο που θέτει η νομιμότητα. Η νομιμότητα αυτή δεν είναι πια αφηρημένη έννοια αλλά υποστασιοποιείται σε συγκεκριμένες
διοικητικές πρακτικές. Η διαφάνεια και η δημόσια διαβούλευση είναι τέτοιες πρακτικές οι οποίες επεβλήθησαν από το κεντρικό
κράτος και όχι από τους ίδιους τους ΟΤΑ.
3. Το ελληνικό πολιτικό καθεστώς και οι πελατειακές σχέσεις
Η Ελλάδα είναι χώρα της ημι-περιφέρειας, σύμφωνα με Έλληνες θεωρητικούς. Σύμφωνα με τον Ν. Μουζέλη
φαινόμενα όπως ο λαϊκισμός και οι πελατειακές σχέσεις ανθούν σε τέτοιες κοινωνίες. Η ελληνική δημόσια γραφειοκρατία δεν
διαθέτει εξειδίκευση σε σύγχρονες μεθόδους management, δεν είναι ενήμερη για τις νέες τεχνολογίες και δεν συγκροτεί μια ανεξάρτητη και συνεκτική ομάδα.
Το περίφημο esprit de corps δεν υφίσταται σε κατακερματισμένες ομάδες. Η εξάπλωση του
κομματισμού μετά το 1980 κατέστησε τις συνδικαλιστικές ομάδες υποκατάστατα μιας διοικητικής elite. Ταυτόχρονα η ενδυνάμωση του πελατειακού συστήματος μετάλλαξε
τις σχέσεις μέσα στη δημόσια διοίκηση με καταλύτη το κυβερνών κόμμα. Η δημόσια διοίκηση με το τρόπο αυτό εξαρτιόταν πάντοτε
στενά από το πολιτικό σύστημα στην Ελλάδα το οποίο δεν διέθετε ασφαλιστικές δικλείδες όπως θεσμούς αλληλο-ελεγχόμενους.
Η αύξηση σε μέγεθος της ελληνικής δημόσιας διοίκησης λόγω των πελατειακών σχέσεων δεν συμβάδιζε με την αύξηση της δύναμής
της απαραιτήτως.
Η δημόσια γραφειοκρατία στην Ελλάδα όπως και η κοινωνία των πολιτών ήταν αδύναμες οντότητες σε
σχέση με την πολιτική εξουσία. Η κατάσταση αυτή μετά την μεταπολίτευση του 1974 μεταβλήθηκε.
Η ενσωμάτωση στο ελληνικό πολιτικό σύστημα κοινωνικών δυνάμεων οι οποίες μέχρι το 1974 ήταν περιθωριοποιημένες
είχε ως συνέπεια την αναγκαστική προσαρμογή τους σε δύο ρεύματα της κοινωνίας, το προοδευτικό – εκσυγχρονιστικό το οποίο
πρέσβευε τον εκδυτικισμό ως λύση όλων των προβλημάτων της χώρας και το παραδοσιακό - παρωχημένο συντηρητικό ρεύμα το οποίο
αντιμετώπιζε το ιδεολόγημα της «καθ΄ημάς Ανατολής» όχι από θρησκευτική οπτική γωνία αλλά από πολιτική. Ο επίσημος προσανατολισμός
της ελληνικής κοινωνίας αντανακλούσε μια σειρά εξαρτήσεων τόσο εξωτερικής όσο και εσωτερικής πολιτικής η οποία θεμελιωνόταν
σε πελατειακού χαρακτήρα δομές. Την κατάσταση επέτειναν οι συλλογικές εμπειρίες αποκλεισμού συγκεκριμένων κοινωνικών στρωμάτων
από την συμμετοχή τους στην εξουσία. Η πολιτειακή μεταβολή του 1974 αποτέλεσε μια ευκαιρία για την ταυτόχρονη ενσωμάτωση αυτών
αλλά και την αυτονόμησή τους στο πλαίσιο ενός καινούριου πολιτικού περιβάλλοντος. Οι κοινωνικές αυτές δυνάμεις προσέβλεπαν
στην ανανέωση και στην μεταρρύθμιση του κράτους όπως και στην νομή της εξουσίας. Πράγματι ο εκδημοκρατισμός και η διάχυση
των κοινωνικών παροχών σε ευρύτερα στρώματα σήμαινε στο συλλογικό ασυνείδητο το τέλος των εποχών του διαχωρισμού και των
διακρίσεων.
Το
τέλος των διακρίσεων έγινε αντιληπτό όχι ως ευκαιρία για ισότητα στην κατανομή των ωφελημάτων από την παραγωγή και την εργασία
αλλά ως συμμετοχή σε αναδιανεμητικού τύπου παροχές, η συμμετοχή δε στην άσκηση της εξουσίας ως εφαρμογή μιας λαϊκίστικης
ιδεολογίας με μανιχαϊστικές αντιλήψεις για την διαμεσολάβηση μεταξύ οπαδών και ηγεσίας. Εμφανίζεται λοιπόν μια «καινή»
αντίληψη για την δημοκρατία, εμποτισμένη από τον λαϊκισμό.
Η
έλευση σοσιαλιστικών κομμάτων στην εξουσία ενσαρκώθηκε σε μια πολιτική υποστήριξης μικροαστικών στρωμάτων – αποκλεισμένων
από την νομή της εξουσίας – συνδεδεμένων με το κράτος και το κόμμα στο πλαίσιο μιας πελατειακής πολιτικής. Τα «δικαιωμένα»
αυτά στρώματα απέκτησαν «κεκτημένα» δικαιώματα και λειτούργησαν ως ένας ανασταλτικός παράγοντας τόσο των συνολικών
επιδιώξεων της ελληνικής κοινωνίας για εκσυγχρονισμό και δυτικοποίηση όσο και επιπλέον ανερχομένων στρωμάτων και κατηγοριών
του πληθυσμού που επιθυμούσαν και αυτά τις απολαμβανόμενες παροχές από το κράτος.
Ειδικότερα
τα σοσιαλιστικά κόμματα, διαμόρφωσαν τις δικές τους σχέσεις εκπροσώπησης με τις κοινωνικές τάξεις. Το πολιτικό πρόγραμμα
του Πανελληνίου Σοσιαλιστικού Κινήματος, το οποίο αποτέλεσε την συνισταμένη των σχέσεων εκπροσώπησης και νομιμοποίησης,
ιδιαίτερα από το 1974 έως το 1990 πρόβαλλε την πολιτική και κοινωνική αλλαγή βάσει της αναδιανομής του εισοδήματος. Σταδιακά,
λόγω της ανάπτυξης των πελατειακών σχέσεων και της ανορθολογικής αύξησης του μεγέθους του κράτους λόγω των ψηφοθηρικών
προσλήψεων, το Πανελλήνιο Σοσιαλιστικό Κίνημα μετεβλήθη από ένα κόμμα «μαζών» σε ένα μηχανισμό αφενός νομιμοποίησης
κρατικίστικων πολιτικών αφετέρου δε αναπαραγωγής του κοινωνικού συστήματος διακρίσεων και παρασιτικού καπιταλισμού το
οποίο το ίδιο το κόμμα του εξέθρεψε. Γενικά όμως όλα τα κυβερνητικά κόμματα που άσκησαν εξουσία στην Ελλάδα αναπαρήγαγαν
το πελατειακό κράτος κάνοντας άστοχες παρεμβάσεις στη δημόσια διοίκηση συνδεδεμένες με το κράτος και το κόμμα.
Η άλωση της ελληνικής δημόσιας γραφειοκρατίας
από την έντονη παρουσία του πολιτικού συστήματος οδήγησε σε διαστρέβλωση του ρόλου της και στην εμφάνιση μια τάσης ελιτίστικης
– αντιπαραγωγικής αυτονόμησής της. Αυτή η ιδιότυπη αυτονόμηση προήλθε από την ισχυροποίηση μιας ανεξέλεγκτης κρατικής μηχανής
η οποία ελεγχόταν πια από μηχανισμούς πελατειακών σχέσεων που ανδρώθηκαν σε ένα κλίμα κομματικό- κρατικού κοινοβουλευτισμού.(Μουζέλης
1987).
Στην
ελληνική πραγματικότητα η προϊούσα αυτονόμηση των κατηγοριών της δημόσιας γραφειοκρατίας οδήγησε σε μια κατάσταση ανομίας
και ανελευθερίας που αντανακλούσε την μονοπώληση της νομής της εξουσίας από τα στρώματα που είχαν προσληφθεί στις δομές
της γραφειοκρατίας αυτής. Η γραφειοκρατία δεν ήταν πια το εκτελεστικό όργανο της εκάστοτε εξουσίας αλλά ένας μηχανισμός
αναδιανομής των πελατειακών παροχών. Η διοικητική μηχανή στην Ελλάδα τώρα πια αναπτυσσόταν αυτονομημένη απέναντι στην κοινωνία
αλλά ελάχιστα αυτονομημένη απέναντι στους κομματικούς μηχανισμούς. Ο φόβος του Max Weber για μια αυτονόμηση της γραφειοκρατίας
από τον κοινοβουλευτικό θεσμικό έλεγχο δεν είχε θέση τώρα στο ελληνικό στερέωμα. Έχουμε αντιθέτως την επιβολή του πολιτικού
στο διοικητικό. Η ανάπτυξη του συνδικαλισμού ήταν ο καταλυτικός παράγων για την παράδοση της όποιας αυτονομίας της δημόσιας
γραφειοκρατίας στην πολιτική και την αδυναμία συγκρότησης μιας ισχυρής διοικητικής elite στην Ελλάδα.
Η
αυτονομία αυτή υπήρξε στην Ελλάδα χαρακτηριστικό πολλών ομάδων πίεσης εξωγενών προς την δημόσια γραφειοκρατία. Οι ομάδες
πίεσης οι οποίες δεν ήταν πάντοτε εκπρόσωποι της λεγόμενης « κοινωνίας των πολιτών» επιζητούσαν με τη σειρά τους να
λάβουν μέρος στην διανομή των παροχών από το ελληνικό κράτος. Κατά τον τρόπο αυτόν λοιπόν
είχαμε:
Από την μια μεριά μια δημόσια γραφειοκρατία της οποίας τα μέλη α) δεν ήταν ελεύθερα της πολιτικής
αυθαιρεσίας β) δεν είχαν συχνά συγκεκριμένες αρμοδιότητες γ) δεν ήταν ενταγμένα σε μια αυστηρώς διαρθρωμένη ιεραρχία δ) δεν
ήταν τοποθετημένα σε θέσεις με αξιοκρατικά κριτήρια ε) πολλές φορές δεν είχαν σαφή και ξεκάθαρη σχέση με το όλο γραφειοκρατικό
οικοδόμημα όσον αφορά στην εργασιακή τους σχέση στ) ετεροαπασχολούνταν και ζ) δεν τηρούσαν μια sine ira ac studio στάση απέναντι στους φορείς της πολιτικής εξουσίας.
Παντελής απουσία δηλαδή ορθολογικότητας.
Από
την άλλη μεριά είχαμε ένα συνονθύλευμα ετερόκλητων ομάδων πίεσης (επαγγελματικές κατηγορίες αγροτών, ελεύθερων επαγγελματιών
) τα οποία συνείχε μόνον η απολαβή επιδοτήσεων, παροχών και διευκολύνσεων πάσης φύσεως από τον κρατικό κορβανά. Το σύστημα
αυτό, της αυτονόμησης της πολιτικής πατρωνείας [patronage] συγκεκριμένων κατηγοριών πληθυσμού απέναντι στην κομματική οργάνωση αντανακλά και μια διαφοροποίηση
μεταξύ του πελατειακού συστήματος εξουσίας και του λαϊκισμού που πρεσβεύει ένα σύστημα α-διαμεσολάβητης εξουσιαστικής σχέσης
κομματικού ηγέτη και μαζών. (Μουζέλης 1987). Σε αυτή τη διαδικασία συντέλεσε και η ανυπαρξία μιας πραγματικής αστικής τάξης
στην Ελλάδα, καθώς και η ύπαρξη ενός παρασιτικού κράτους. Η ανυπαρξία αστικής τάξης απέτρεψε την δημιουργία μιας διοικητικής
elite αυτονομημένης από την πολιτική για να διαφυλάξει μια
διοικητική κουλτούρα.
Οι
ομάδες πίεσης επέλεξαν πολλές φορές τον εκβιασμό της κρατικής εξουσίας για την υποστήριξη των αιτημάτων τους με μέσα που
παραπέμπουν σε καταστάσεις κοινωνικής ανομίας. Η διατήρηση κεκτημένων δικαιωμάτων (droits acquis) νομιμοποίησε σε τελική ανάλυση
την δράση των ομάδων πίεσης. Η ανάλυση των ομάδων πίεσης στην Ελλάδα μπορεί να θεμελιωθεί στις θεωρίες περί κρατικού νέο -
κορπορατισμού και κρατικού συνδικαλισμού (Μαυρογορδάτος 2000). Στην περίπτωση του νέο – κορπορατισμού βλέπουμε την στενή
σχέση μεταξύ των ομάδων πίεσης – επαγγελματικών οργανώσεων και πολιτικών κομμάτων. Στη περίπτωση του νέο – κορπορατισμού
στην Ελλάδα το κόμμα του ΠΑΣΟΚ ταύτισε την επιβίωσή του στο πολιτικό στερέωμα με την δυνατότητα πολιτικού πατερναλισμού
των ομάδων πίεσης. Ο πολιτικός αυτός πατερναλισμός θεμελιώθηκε στον χαρισματικό ιδεότυπο του πρωθυπουργού. Ο ιδεότυπος αυτός
θεμελίωσε οντολογικά το πρωθυπουργικοκεντρικό σύστημα. Το δημαρχοκεντρικό σύστημα αποτελεί προβολή του πρωθυπουργικοκεντρικού
συστήματος σε τοπικό επίπεδο.
Ο
εκδημοκρατισμός της ελληνικής κοινωνίας ταυτίσθηκε με μια διάχυση του πολιτικού – κομματικού στοιχείου τόσο στην κοινωνία
όσο και στις υπάρχουσες επιμέρους ομάδες πίεσης. Η μονοπωλιακή - εξειδικευμένη γνώση των επαγγελματικών κατηγοριών οδήγησε
στην αυτονομία τους. Η προϊούσα αυτονόμηση αυτών των ομάδων πίεσης από την πολιτική εξουσία ματαίωσαν αφενός έναν γνήσιο
εκδημοκρατισμό τόσο στις εσωτερικές τους διαδικασίες και στο τρόπο εξωτερικής δράσης τους όσο και την ικανότητά τους να
επικοινωνούν με τον έξω κόσμο. Οι ομάδες πίεσης απέκτησαν μια εσωστρέφεια. Η εσωστρέφεια αυτή χαρακτηρίζει και την δημόσια
γραφειοκρατία στην Ελλάδα.
Το
σημαντικό σημείο εδώ είναι ότι η εξυπηρέτηση αυτών των στρωμάτων, που είχε ιδεολογικό υπόβαθρο, επηρέασε και την αντιμετώπιση
της δημόσιας γραφειοκρατίας από την πολιτική εξουσία. Η αυξανόμενη ισχύς της δημόσιας γραφειοκρατίας όδευσε χέρι – χέρι
με την εξάπλωση της πολιτικής και κομματικής επιρροής πάνω της. Στις ημέρες μας η ελληνική δημόσια γραφειοκρατία αρχίζει
να εκδηλώνει πια την αντίσταση της απέναντι στις πολιτικές μεταρρυθμίσεις. Η συγκεκριμένη τάση αυτονόμησης της ελληνικής
δημόσιας γραφειοκρατίας δεν αποτελεί μια στερεοτυπική έκφραση αυτονόμησης του θεσμού αυτού απέναντι στο «πολιτικόν»
των δυτικών κοινωνιών λόγω εξειδίκευσης και οικονομικής ανάπτυξης. Η διαμόρφωση της δημόσιας γραφειοκρατίας στην Ελλάδα
γενικά ήταν αποτέλεσμα πελατειακών πολιτικών ενός μεταπρατικού κράτους, το οποίο δεν γνώρισε ποτέ γνήσια καπιταλιστική
οικονομική ανάπτυξη. Η κυρίαρχη οικονομική ιδεολογία δεν ήταν αυτή του δυτικού ατομικισμού, ενός ορθολογικού πράττειν, αλλά
ένα συνονθύλευμα διασταυρούμενων τάσεων σοσιαλιστικής φιλαλληλίας, εμποτισμένης ανορθολογικώς, από την ορθόδοξη χριστιανική
παράδοση.
Μετά
την παρέλευση δύο και πλέον δεκαετιών κρατικού κορπορατισμού και υδροκεφαλισμού η ελληνική δημόσια γραφειοκρατία ισχυροποίησε
την εσωστρέφειά της. Τώρα πια πολύ δύσκολα θα ανεχθεί τις όποιες φωνές έξωθεν αυτής, πολιτικές και κοινωνικές για την μεταβολή
της σε μια λειτουργική, εργαλειακή και ορθολογική δομή η οποία θα εξυπηρετεί τον πολίτη και θα υλοποιεί τις κυβερνητικές
επιλογές. Το πολιτικό σύστημα πληρώνει τώρα τον κομματικό εναγκαλισμό της γραφειοκρατίας. Η ισχυρή, απέναντι στην πολιτική
εξουσία, ελληνική δημόσια γραφειοκρατία, χωρίς να αποτελεί μια αποστειρωμένη διοίκηση, είναι απαραίτητο στοιχείο μιας
ευνομούμενης δημοκρατικής πολιτείας. Ο έλεγχος της γραφειοκρατίας αυτής από υγιείς πολιτικούς θεσμούς όπως το ελληνικό
κοινοβούλιο αποτρέπει μια ολιγαρχία τεχνοκρατών – σε συγκυρίες όπως η σημερινή - να καθορίζει το μέλλον της χώρας και την
διασφάλιση των πολιτικών ελευθεριών. Ο φόβος μιας α-πολίτικης δημόσιας γραφειοκρατίας, σε χαλεπούς καιρούς για την Ελλάδα
και τη νομιμοποίηση του πολιτικού της συστήματος (όχι της έννοιας του Κράτος: Κράτος θα υπάρχει ούτως ή άλλως ) σε συνδυασμό
με την κατάσταση ανομίας που επικρατεί, μας οδηγεί συνειρμικά σε άλλες περιόδους.
4. Η συνέχεια της Διοίκησης ή η Επανεγκατάσταση του Κράτους.
Η περίπτωση των ΟΤΑ.
«Υπολογιστές από τους οποίους είχαν
αφαιρεθεί οι σκληροί δίσκοι, εγκαταλείφθηκαν στα υπουργικά γραφεία». Πάγια τακτική μέχρι προ ολίγων ετών ήταν η παράδοση
καμένης γης από τους απερχομένους υπουργούς, περιφερειάρχες και δημάρχους. Αυτό συμβαίνει πολλές φορές και ένδοθεν μιας
πολιτικής περιόδου. Όταν ένας Αντιδήμαρχος απέρχεται, ο επερχόμενος, ακόμη και αν είναι της ίδιας πολιτικής παράταξης, δεν
βρίσκει τίποτε. Ποιος ο ρόλος των υπαλλήλων σε αυτή τη κατάσταση; Δεν πρέπει να διαφυλάξουν την συνέχεια του Κράτους;
Όταν εγκαθίσταται μια νέα πολιτική διοίκηση
στον ΟΤΑ είθισται να αλλάζει και το οργανόγραμμα της υπηρεσίας. Αυτό συμβαίνει επειδή δεν υφίσταται μια σχέση εμπιστοσύνης
των πολιτικών απέναντι στην δημόσια υπαλληλία.
Ο άκρατος κομματισμός των προηγούμενων
ετών συνέβαλε σε αυτό. Η δυνατότητα του εκάστοτε Δημάρχου να μεταβάλλει τον Οργανισμό Εσωτερικής Υπηρεσίας του ΟΤΑ (μετά
από τον απαραίτητο μεταγενέστερο έλεγχο από την Αποκεντρωμένη Διοίκηση αφού δεν υφίσταται Αυτοτελής Υπηρεσία Εποπτείας
ΟΤΑ) αποτελεί μια έκφραση καταρχήν της δυνατότητας του manager του Δήμου να μεταβάλλει το οργανόγραμμα με κριτήρια το δικό του (δημοκρατικώς νομιμοποιημένο
πρόγραμμα-business plan) όραμα και πρόγραμμα. Από το σημείο αυτό όμως μέχρι την μεταβολή
του Ο.Ε.Υ. σε «λάστιχο» για να εξυπηρετηθούν οι εσωτερικές ισορροπίες του ΟΤΑ υπάρχει άβυσσος. Μια διοικητική elite θα έπρεπε να λειτουργεί ανεξάρτητα από τη δυνατότητα αυτή
του Δημάρχου.
Η περίπτωση των μετακλητών – εξωτερικών
συνεργατών – συμβούλων αποτελεί μια επιπλέον πληγή στην διοικητική συνέχεια. Η σταδιακή αποδιοργάνωση του διοικητικού μηχανισμού
και η αναξιοκρατία εξέθρεψαν μια νοσηρή κατάσταση στην οποία οι πολιτικοί δεν βρίσκουν μια ισχυρή και εξειδικευμένη γραφειοκρατία
αλλά μια ασθενή και ανειδίκευτη υπαλληλία η οποία δεν είναι ικανή ούτε για μια στοιχειώδη διοικητική διεκπεραίωση. Για το
λόγο αυτό «αναγκάζονται» να καταφεύγουν στην λύση αυτή. Αυτή η κατάσταση οδηγεί στην δημιουργία ενός μικρού στεγανού
δωματίου της εξουσίας, ενός μικρού Λευκού Οίκου στο Δήμο με απρόβλεπτες συνέπειες τόσο για την αποτελεσματικότητα της διοίκησης
όσο και την διαφάνεια.
Είναι γεγονός ότι ο έντονος νομικισμός
που χαρακτηρίζει τη διοικητική κουλτούρα στην Ελλάδα είναι μια από τις αιτίες της χαμηλής αποδοτικότητας των εργαζομένων.
Σε αυτό συντελεί και η επικράτηση της αρχής της μονιμότητας στη διοικητική δράση. Η μονιμότητα εκλαμβανόμενη εκ μέρους των
υπαλλήλων ως ασπίδα απέναντι σε μια πολιτική αυθαιρεσία δεν αποτελεί τον καταλύτη μιας διοικητικής συνέχειας αλλά μιας οργανωσιακής
απραξίας και διάχυσης της ευθύνης. Το σύγχρονο management δεν το θέλει το ελληνικό δημόσιο.
Καμιά κεντρική κυβέρνηση ή διοίκηση
ενός ΟΤΑ δεν ασχολήθηκε συστηματικά με το θέμα της απόδοσης και του εξορθολογισμού του δημοσίου μέχρι πριν την οικονομική
κρίση του 2008. Αντιθέτως, άμα τη αναλήψει των καθηκόντων της η πολιτική εξουσία προσπαθούσε να ικανοποιήσει τις υποσχέσεις
που εδόθησαν προεκλογικά. Δεν υπάρχει ακόμη και σήμερα λοιπόν πνεύμα εμπιστοσύνης και κατανόησης, θα λέγαμε συναλληλίας
μεταξύ της πολιτικής εξουσίας και της δημόσιας υπαλληλίας. Η απουσία οράματος και προγραμματισμού, που κανονικά οδηγούν
σε στοχοθεσία και συστηματική αντιμετώπιση των προβλημάτων και των ευκαιριών , οδηγεί σε μια αποσπασματική και «χύμα»
κατάσταση την οποία μια ιδιωτική γραφειοκρατία θα περιέπαιζε. Πως θα δοθούν κίνητρα στην δημόσια υπαλληλία όχι μόνο να αποδώσει
αλλά και να πρωτοπορήσει και να καινοτομήσει;
Επακόλουθο των πελατειακών σχέσεων
και της αναξιοκρατίας αποτελεί ένα υπανάπτυκτο διοικητικό σύστημα το οποίο χαρακτηρίζεται από χαμηλή διαφοροποίηση και
εξειδίκευση, χαμηλή παραγωγικότητα, ανικανότητα μάθησης,απουσία μνήμης, αδυναμία προσαρμοστικότητας και ανικανότητα ανταπόκρισης
σε μια διαρκώς αυξανόμενη κοινωνική ζήτηση.
Στη σύγχρονη Ελλάδα της κρίσης η αναποτελεσματικότητα
της δημόσιας διοίκησης θα έχει σταδιακά ως αποτέλεσμα την από-νομιμοποίηση της διοίκησης. Επειδή η δημόσια διοίκηση αποτελεί
εργαλείο της πολιτικής εξουσίας η από-νομιμοποίηση θα επεκταθεί και στην πολιτική εξουσία.
5. Η διοικητική ελίτ [administrative elite] και η πολιτική. Νομιμοποίηση πολιτικής και διοικητική elite.
Μια ορθολογική γραφειοκρατία κανονικώς
εκτελεί τις εντολές της λαικώς-δημοκρατικώς νομιμοποιημένης πολιτικής εξουσίας. Οι υπάλληλοι δεν μπορούν να γίνουν πολιτικοί.
Ο υπάλληλος έχει μάθει να εκτελεί σε ένα κανονιστικό πλαίσιο. Ο πολιτικός έχει ως αποστολή όχι το δημοσιοϋπαλληλικό καθήκον
αλλά τη γέννηση του νέου, οι επιλογές του έχουν την έννοια της πολιτικής ευθύνης. Ο πολιτικός δεν εκτελεί εντολές. Νομιμοποιείται
από το λαό να ασκήσει εξουσία.
Στην Ελλάδα οι υπάλληλοι επιθυμούν να
γίνονται πολιτικοί. Ιδιαίτερα οι συνδικαλιστές και οι συνταξιοδοτημένοι υπάλληλοι εισέρχονται στον πολιτικό στίβο, ειδικά
στις κατώτατες βαθμίδες διοίκησης όπως είναι οι ΟΤΑ. Αυτό έχει ανυπολόγιστες συνέπειες. Οι πολιτικοί αυτοί δεν συγκροτούν
μια πολιτική elite μαθημένη στην πολιτική. Οι πρώην μισθοσυντήρητοι
–υπάλληλοι που ασκούν την πολιτική εξουσία πολλές φορές καθίστανται επικίνδυνοι για την πολιτική. Άλλο πολιτικό και άλλο
διοικητικό.
Η δημόσια διοίκηση χαρακτηρίζεται από
σταθερότητα. Δεν αυτό-προσδιορίζεται αλλά εξαρτάται από την πολιτική εξουσία.
Στην Ελλάδα το αποκεντρωτικό σύστημα
μεταβιβάζει (αποφασιστικές) αρμοδιότητες από την κεντρική εξουσία στους ΟΤΑ. Οι γραφειοκρατίες των ΟΤΑ, ανειδίκευτες και
χαμηλού μορφωτικού επιπέδου προσπαθούν να τηρούν τους κανόνες τυπολατρικά, χωρίς ίχνος πρωτοβουλίας.
Μια διοικητική elite δεν νομιμοποιείται από την πολιτική. Μια διοικητική elite ερείδεται επί της ανάγκης «μετάφρασης» οργανωσιακών
τεχνικών που ευδοκιμούν στην ελεύθερη αγορά του management στο οργανωσιακό σχήμα των ΟΤΑ. Μια δημόσια διοικητική elite διαφέρει σε θέματα κουλτούρας, αρμοδιοτήτων και διάρθρωσης
από την αντίστοιχη ιδιωτική elite.
Η λήψη των αποφάσεων στο δημόσιο βασίζεται
σε κανόνες και θεσμούς και διαρθρώνεται σε διαδικασίες προκαθορισμένες. Ο διαχωρισμός του management των δημοσίων υπαλλήλων από τον πολιτικό έλεγχο σημαίνει:
λιγότερη αυτονομία και λιγότερη ευελιξία των δημοσίων υπαλλήλων σε θέματα λήψης αποφάσεων σε σχέση με τις ιδιωτικές επιχειρήσεις.
Οι διαδικασίες στο ελληνικό δημόσιο
οδηγούνται από το Νόμο ενώ στον ιδιωτικό τομέα οδηγούνται και από την ζωτική απαίτηση για την εξυπηρέτηση του Πολίτη-Πελάτη
(τουλάχιστον μέχρι πρότινος). Το κόστος όμως των δημοσίων υπηρεσιών τείνει να αυξάνει περισσότερο από την ανάπτυξη της υπόλοιπης
οικονομίας (ιδιωτικός τομέας ) λόγω: α) της μονοπωλιακής κατάστασης του δημοσίου και β) του δυσανάλογα μικρού κέρδους στην
αποδοτικότητα της εργασίας των δημοσίων υπαλλήλων σε σχέση με την αποδοτικότητα του κεφαλαίου. Για τούτο και η απαίτηση για
ένα αποδοτικό δημόσιο (με λιγότερους πόρους περισσότερο και ποιοτικότερο αποτέλεσμα).
Η εισαγωγή της Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης
και η δημιουργία εικονικών [virtual] δομών διοικητικού χαρακτήρα οδηγεί κατευθείαν στην αυτονόμηση της εξειδικευμένης γραφειοκρατίας
από την πολιτική και στην ανάδυση της ανάγκης για διαβούλευση [public consultation]. Σημειωτέον δε ότι στην νέα προγραμματική περίοδο 2014-2020
η υλοποίηση των συγχρηματοδοτούμενων Ευρωπαϊκών προγραμμάτων διέρχεται μέσα από την διαβούλευση.
Η πρόκληση είναι να δημιουργηθεί καινοτόμο,
ευέλικτο και εξωστρεφές Δημόσιο στην Ελλάδα.
Το αποτέλεσμα της έλλειψης μιας διοικητικής
elite στους Ελληνικούς ΟΤΑ, εξειδικευμένης και ισχυρής, μιας
elite η οποία θα είναι ο process owner του δημοσίου είναι η παραχώρηση της λήψης των τεχνικών αποφάσεων
σε πολιτικώς οριζόμενα και εξαρτώμενα πρόσωπα με μικρή εμπειρία στις εσωτερικές διαδικασίες των ΟΤΑ. Η λογοδοσία, κριτήριο
νομιμότητας μιας διοίκησης, είναι ουσιαστικά ανύπαρκτη όταν δεν διατηρείται μια συνέχεια διοικητικής κουλτούρας η οποία
διασφαλίζει τη συνεχή ροή της γνώσης της διοίκησης.
Η γνώση της διοίκησης είτε είναι ένα
αρχείο φακέλων είτε είναι μια ιστοσελίδα ή ένα λογισμικό είναι κτήμα της δημόσιας διοίκησης και του ελληνικού λαού. Δεν αποτελεί
πνευματική ιδιοκτησία κανενός φυσικού προσώπου, κανενός εξωτερικού συνεργάτη του ΟΤΑ και καμιάς πολιτικής παράταξης.
Σε πολλές περιπτώσεις παρατηρείται
μια ασυνέχεια της διοίκησης. Λαμβάνονται αποφάσεις βασισμένες σε δεδομένα τα οποία πουθενά δεν αρχειοθετούνται ή όταν αλλάζει
η πολιτική διοίκηση «φεύγουν» ή «ξεχνιούνται» από το προσωπικό των ΟΤΑ.
Απερχόμενο ένα regime από τον ΟΤΑ και επερχόμενο ένα nouveau regime παρατηρείται το φαινόμενο της «λήθης». Πολλά έργα, projects που άρχισαν με το προηγούμενο πολιτικό καθεστώς, με την έλευση
του νέου Δημάρχου καταργούνται σιωπηρώς. Αυτό είναι λάθος.
Πολλοί Δήμαρχοι υποστηρίζοντας ότι
παρέλαβαν χάος νομιμοποιούν μια νέα αρχή όχι βασισμένη έστω στις ήδη υπάρχουσες κατορθωμένες καλές πρακτικές των προηγούμενων
Δημάρχων. Οι υπάλληλοι φοβούμενοι την νέα πολιτική εξουσία για διαφόρους λόγους δεν συνεργάζονται με τον νέο Δήμαρχο «αφήνοντας
τον στο σκοτάδι». Αυτό έχει ως συνέπεια την εχθρότητα ή στην καλλίτερη περίπτωση την επιφυλακτικότητα μεταξύ της δημόσιας
υπαλληλίας και του Δημάρχου. Οι δημόσιοι υπάλληλοι οχυρώνονται πίσω από το δημοσιοϋπαλληλικό κέλυφος του νομικισμού. Αποτέλεσμα
είναι : μηδέν δουλειά, μηδέν αποδοτικότητα. Μένει μόνο η καχυποψία.
6. Η περίπτωση των αποφοίτων της ΕΣΔΔ/ΕΣΤΑ
Στο στράτευμα υπάρχει η ορολογία «παλαιός»
και «νέος». Στο ελληνικό δημόσιο ο παλαιός περιμένει υπομονετικά την «απαλλαγή του» η οποία ενσαρκώνεται στο νέο
υπάλληλο, συμβασιούχο η μη.
Όταν ιδρύθηκε η σχολή του Κράτους, η
περίφημη ΕΣΔΔ, πραγματοποιούνταν ένα όνειρο της πολιτικής ηγεσίας για την δημιουργία μιας διοικητικής elite στην Ελλάδα.
Όταν εγκαθίσταται ένας απόφοιτος της
ΕΣΔΔ στο δημόσιο, οι παλαιοί συνάδελφοι τον αντιμετωπίζουν εχθρικά. «Ήρθε να μου πάρει τη θέση ο νέος και άπειρος». Αποτέλεσμα
η αδυναμία διοίκησης από τους αποφοίτους της ΕΣΔΔΑ. Το τράβηγμα του χαλιού κάτω από τα πόδια του αποφοίτου είναι συνήθης πρακτική.
Πως θα καταπολεμηθεί η ασυνέχεια των
δημόσιων πολιτικών, πως θα μεταβληθεί η διοικητική κουλτούρα για να εφαρμοσθούν εύκολα οι μεταρρυθμίσεις; Στρατηγικοί στόχοι
μιας διοικητικής μεταρρύθμισης που θα περιλαμβάνει και την διοικητική elite είναι η ενδυνάμωση της γραφειοκρατίας δια της συμμετοχής
της στο συντονισμό και την άσκηση των δημοσίων πολιτικών.
7. Η οικονομική κρίση στην Ελλάδα και το ελληνικό δημόσιο.
Ο εξορθολογισμός;
Η οικονομική κρίση στην Ελλάδα εξανάγκασε
για πρώτη φορά την πολιτική εξουσία να καταμετρήσει τους δημοσίους υπαλλήλους. Ένας νέος επιστήμων, ο Δ. Κοντογιώργης ασχολήθηκε
με το έργο αυτό και το θαυμάσιο αποτέλεσμα ήταν η απογραφή [apografi.gov.gr]. Όπως μπορούμε να δούμε στους σχετικούς πίνακες οι κάτοχοι
πτυχίων ΑΕΙ είναι οι περισσότεροι αναλογικά με τους κατόχους απολυτηρίων Α και Β βάθμιας εκπαίδευσης. Αυτό συμβαίνει λόγω
του αριθμού των εκπαιδευτικών.
Στους ΟΤΑ οι κάτοχοι πτυχίων είναι λίγοι
αναλογικά με τους κατόχους απολυτηρίων Λυκείου ή Γυμνασίου. Πέρα από τα στελέχη των Τεχνικών Υπηρεσιών των ΟΤΑ (άκρως εξειδικευμένοι
υπάλληλοι), οι κάτοχοι των πτυχίων της Πανεπιστημιακής εκπαίδευσης στους ΟΤΑ ως επί το πλείστον δεν είναι εξειδικευμένοι
αυστηρά.
Εάν προσπαθούσαμε να κάνουμε αντιστοίχηση
των ειδικοτήτων των ΠΕ με συγκεκριμένα job descriptions θα δυσκολευόμασταν πολύ.
Σχήμα 1. Πηγή: apografi.gov.gr
Σχήμα 2. Πηγή: apografi.gov.gr
Λόγω όμως της κατάστασης αυτής η διεκπεραίωση
πολλών διαδικασιών στους ΟΤΑ αποτελεί ανασταλτικό παράγοντα της αποτελεσματικότητας των οργανισμών αυτών. No jobs descriptions, no qualifications, no tasks, no processes.
Ποιοι εξειδικευμένοι υπάλληλοι θα είναι
π.χ. οι Process owners μιας διαδικασίας που αφορά την υλοποίηση ενός ευρωπαϊκού
έργου στον ΟΤΑ; Η οικονομική κρίση, είναι αλήθεια, ανάγκασε το κράτος να μειώσει τον σοβιετικού τύπου και ύφους δημόσιο τομέα.
Μειώθηκε ο αριθμός των δημοσίων υπαλλήλων,
εφευρέθηκαν όροι όπως εργασιακή εφεδρεία και διαθεσιμότητα. Έγιναν και κάποιες απολύσεις. Συνταξιοδοτήθηκαν πολύς κόσμος
(άλλο αν σε λίγα χρόνια δεν θα λαμβάνουν σύνταξη). Ναι. Διαθέτουμε τώρα (2014) ένα μικρό σχετικά δημόσιο τομέα. Είναι όμως ευέλικτος
και εξωστρεφής; Όχι.
Η θεωρία του historical institutionalism υποστηρίζει ότι οι μεταρρυθμίσεις στις δημόσιες πολιτικές
λαμβάνουν χώρα ως κρίσιμα σταυροδρόμια, μεταίχμια θα λέγαμε. Συμβαίνει αυτό στην Ελλάδα τώρα;
Μεταβάλλεται η δημόσια διοίκηση στην
καρδιά της κουλτούρας της , του όποιου esprit de corps διαθέτει; (αν διαθέτει).
Ποιού τύπου αλλαγές υφίστανται οι δημόσιοι
υπάλληλοι στο ελληνικό δημόσιο για να διαμορφώσουν μια ισχυρή διοικητική elite; Elite ήταν τα σχήματα των εναγκαλιζομένων τους πολιτικούς συνδικαλιστών
σε εποχές κατασπατάλησης του δημοσίου χρήματος. Είναι δυνατόν τώρα, στο πλαίσιο της επιδείνωσης των οικονομικών να συντρέξουν
λόγοι για τη δημιουργία μιας διοικητικής elite;
Άλλος παράγοντας είναι η προϊούσα από-νομιμοποίηση
του δημόσιου τομέα στα μάτια των ελλήνων πολιτών. Είναι οι «τεμπέληδες και χαραμοφάηδες του Δημοσίου». «Εγώ σας πληρώνω!».
Η συνεχής επέμβαση της πολιτικής στην
υπαλληλία [patronage] των ΟΤΑ ενίσχυσε αυτή την από-νομιμοποίηση
[delegitimation] λόγω και της αμεσότητας της σχέσης πολιτικού
και πολίτη στους ΟΤΑ.
Η ένταξη της Ελλάδας στην ΕΟΚ το 1981 και
η προσπάθεια εξευρωπαϊσμού των διοικητικών δομών της δεν είχε ως αποτέλεσμα τη συγκρότηση μιας ισχυρής, δημοκρατικής και
εξειδικευμένης διοικητικής elite η οποία θα ήταν η εμπροσθοφυλακή της δημόσιας διοίκησης ως εργαλείου ορθολογικού των πολιτικών.
Θα έλεγε κανείς ότι οι πολιτικοί στην
Ελλάδα από-ορθολογικοποιώντας την δημόσια γραφειοκρατία απονομιμοποίησαν τους εαυτούς τους.
Τώρα η γραφειοκρατία αυτή, ούτε καν βεμπεριανή,
πόσο μάλλον νέα δημόσια γραφειοκρατία εμπνευσμένη από το σύγχρονο management, αντεπιτίθεται.
Η οικονομική κρίση βρήκε μια γραφειοκρατία
δεδιαλυμένη στη χώρα μας. Με αυτή τη γραφειοκρατία προσπαθεί να ορθοποδήσει.
Μια προσπάθεια εξορθολογισμού στους
ΟΤΑ ήταν ο «Καλλικράτης». Η ομάδα που έφτιαξε τον Καλλικράτη ήταν μια διοικητική elite. Η θεσμική περιχαράκωση φορέων του Δημοσίου, ανορθολογικώς
και εσωστρεφώς συντελεί στην αδυναμία δημιουργίας μιας διοικητικής elite. Στους ΟΤΑ η περιχαράκωση αυτή αφορά τις Διευθύνσεις και τα
Τμήματα.
8. Το νέο δημόσιο μάνατζμεντ και η αξιολόγηση μιας διοικητικής
ελίτ στους ΟΤΑ. Facilitators και Process Owners ή «πριν τον ποταμό τα ρούχα;»
Το νέο δημόσιο μάνατζμεντ δεν θέλει
ιεραρχίες πυραμιδοειδούς τύπου. Επικεντρώνεται στην εξυπηρέτηση του πολίτη. Τι παρέχει ο ΟΤΑ; Υπηρεσίες προς τον πολίτη.
Ποιες είναι οι διαδικασίες για την παροχή των υπηρεσιών αυτών;
Παίρνουμε μια διαδικασία και την απλοποιούμε.
Δεν είναι εύκολο πράγμα. Όλοι αντιστέκονται στην αρχή. Τοποθετούμε έναν συγκεκριμένο owner αυτής της διαδικασίας που μαθαίνει την συγκεκριμένη δουλειά.
Αυτόν βλέπει ο Πολίτης. Αυτός πρέπει να «εκπροσωπεί» τον ΟΤΑ, τον Δήμαρχο, το Κράτος, τα πάντα. Αυτός ο υπάλληλος δεν μπορεί
να είναι ο facilitator της διαδικασίας.
Facilitator είναι το στέλεχος της διοικητικής elite που συντονίζει τη διαδικασία. Manager των διαδικασιών είναι ο Δήμαρχος στον ΟΤΑ. Τέρμα λοιπόν οι
πυραμίδες. Το λόγο τώρα έχουν οι κύκλοι που θα αγκαλιάζουν τον πολίτη.
“Δεν έχουμε μισθό, δεν έχουμε υποδομές,
δεν έχουμε στυλό να γράψουμε, η elite μας μάρανε!” Tα εγχειρήματα αυτά δεν σχεδιάζονται στο πόδι και αποσπασματικά. Ναι θα φτιάξουμε τη δημόσια διοίκηση.
Όντες φτωχοί. Πτωχοί τα χρήματα, όχι πτωχοί τω πνεύματι.
Η εξωστρέφεια, η εξειδίκευση και η δημιουργία
ενός ισχυρού esprit de coprs οδηγούν την ελληνική δημόσια γραφειοκρατία στο μέλλον. Αυτή
θα είναι μια διοικητική elite που ποτέ δεν είχε η Ελλάδα.