GAIA

GAIA

Δευτέρα 4 Φεβρουαρίου 2013

Συνέντευξη για το Ελληνικό Ελαιόλαδο με το Βασίλη Καμβύση


Ο Βασίλης Καμβύσης κατάγεται από τα Βουνάρια του Δήμου Πύλου – Νέστορος. Είναι χημικός, πρόεδρος της Συμβουλευτικής Επιτροπής Χημικών Εμπειρογνωμόνων και διευθυντής Ελέγχου Ποιότητας Πολυεθνικής Εταιρίας Λιπών και Ελαίων. Είναι, δηλαδή, ειδικός γύρω από θέματα ελαιολάδου και επειδή μας αρέσει να ζητάμε τη γνώμη των ειδικών, του ζητήσαμε να μας απαντήσει σε κάποιες ερωτήσεις που συχνά τίθενται από παραγωγούς και καταναλωτές. Βρήκαμε τις απαντήσεις του άκρως ενδιαφέρουσες:

-Μιλάμε συχνά για την ποιότητα του ελληνικού ελαιόλαδου και ίσως υπερβάλλουμε. Θα ήθελα τη γνώμη σας, τη γνώμη του ειδικού.
Η ποιότητα γενικότερα είναι ένας όρος παρεξηγημένος. Ο κάθε παραγωγός οποιουδήποτε προϊόντος ορίζει ως ποιότητα την προσωπική του άποψη, πιθανώς και την τοπική εμπειρία, για το προϊόν που παράγει, το οποίο θεωρεί άριστο. Στην πράξη, όμως, δε συμβαίνει συνήθως έτσι. Πέρα από τις προσωπικές εκτιμήσεις του κάθε παραγωγού, η ευρεία αποδοχή ή όχι ενός προϊόντος από τους καταναλωτές, είναι κυρίως αυτή που θα «ορίσει», τελικά, την παραμονή και επικράτηση στο ράφι ενός προϊόντος. Η ποιότητα, δηλαδή, είναι συνυφασμένη με την ικανοποίηση των προσδοκιών του πελάτη. Όσο περισσότερο (και περισσότεροι καταναλωτές) ικανοποιούνται, τόσο μεγαλύτερης αξίας θεωρείται πως είναι το προϊόν. Εν δυνάμει, λοιπόν, μπορούμε να ισχυριστούμε ότι θα μπορούσαμε να έχουμε το καλύτερο ελαιόλαδο, εάν ισχύει ο πιο πάνω κανόνας.
-Από ποιους παράγοντες εξαρτάται η ποιότητα του ελαιόλαδου;
Πέρα από τους φυσικούς (κλίμα, έδαφος, ποικιλία ελιάς κ.λπ.), εξαρτάται από τη γνώση του παραγωγού και την προσπάθεια που θα καταβάλλει για να δημιουργήσει ένα προϊόν που θα είναι ευρέως αποδεκτό από τον καταναλωτή. Εκτός, λοιπόν, από τις υποχρεωτικές απαιτήσεις που οφείλεται οπωσδήποτε να πληρούνται (φυσικοχημικά χαρακτηριστικά φρεσκάδας, ταυτότητας και ασφάλειας), η τελική μάχη κρίνεται στην αποδοχή των οργανοληπτικών χαρακτηριστικών από τον καταναλωτή, και τη χρηστικότητα του προϊόντος, δηλαδή την κατά το δυνατόν εκπλήρωση του σκοπού για τον οποίο αποκτήθηκε.
-Συμμετέχετε σε παγκόσμιες εκθέσεις ελαιόλαδου. Η ελληνική συμμετοχή είναι ικανοποιητική;
Τα τελευταία χρόνια παρατηρώ μία αξιόλογη εμφανισιακά και βελτιωμένη οργανοληπτικά παρουσία σε ορισμένες διοργανώσεις. Αυτό νομίζω πως οφείλεται περισσότερο στους νέους ανθρώπους του χώρου (όχι αναγκαστικά ηλικιακά) και όσους ασχολούνται σοβαρά, συνεχώς και με μεράκι με το προϊόν τους, οι οποίοι, πέρα από τις βελτιώσεις και τη φροντίδα που καταβάλλουν, έσκυψαν με ενδιαφέρον, αφουγκράστηκαν τις απαιτήσεις της αγοράς και προσπάθησαν να παράξουν την ποιότητα του προϊόντος που ζητούσε ο καταναλωτής. Βέβαια, η προσπάθεια πρέπει να είναι συνεχής, άοκνη και όχι ευκαιριακή, μιας και οι τεχνολογικές εξελίξεις, αλλά και η ανάπτυξη της ελαιοπαραγωγής επεκτείνονται με ταχύτατους ρυθμούς, ακόμα και σε χώρες που μέχρι πρότινος δεν είχαν ακούσει για ελαιοκαλλιέργεια.
-Οι ελαιοπαραγωγοί παραπονιούνται ότι η τιμή του ελαιόλαδου είναι τόσο χαμηλή ώστε δεν καλύπτονται τα έξοδα καλλιέργειας, τι φταίει κατά τη γνώμη σας;
Όπως ανέφερα πιο πάνω, εκτός των υποχρεωτικών απαιτήσεων που πρέπει να πληρούνται, χαρακτηριστικά φρεσκάδας, ταυτότητας και ασφάλειας, αποδοχής των οργανοληπτικών χαρακτηριστικών και της χρηστικότητας του προϊόντος, ένας ουσιαστικός λόγος επιτυχίας (φρούτο της παγκοσμιοποιημένης αγοράς) είναι η ανταγωνιστικότητα, δηλαδή κατά πόσο το προϊόν είναι καλύτερο αλλά και κατά το δυνατόν φθηνότερο, για το συνειδητοποιημένο αλλά και δοκιμαζόμενο οικονομικά πλέον καταναλωτή. Δυστυχώς, οι κανόνες της αγοράς είναι αδυσώπητοι. Εάν περιοχές που ευνοούν σήμερα την εντατική και υπερεντατική καλλιέργεια καταφέρνουν να παράξουν ποιοτικά ισάξιο ελαιόλαδο με λιγότερο από το μισό κόστος των δικών μας παραγωγών, τότε υπάρχει όντως μεγάλο πρόβλημα. Γνωρίζω πως αντίστοιχες ελαιοπαραγωγικές περιοχές, με τη δυσκολία του δικού μας ανάγλυφου, ήδη έχουν στραφεί στην αξιοποίηση των παλιών ελαιοπεζουλιών με άλλες καλλιέργειες (Ιταλία). Αυτή η στροφή, όμως, δεν έγινε σήμερα, και σίγουρα (δεν έγινε) χωρίς τη συμβολή και ουσιαστική μελέτη και σύμπραξη των φορέων και του επίσημου κράτους. Η ειλικρινής σύμπραξη φιλότιμα ενδιαφερόμενων φορέων και σοβαρά εμπλεκόμενου κράτους είναι αυτό που νομίζω λείπει και όχι μόνο στο συγκεκριμένο πρόβλημα.
-Η συνολική τυποποίηση του ελαιολάδου πιστεύετε ότι θα βοηθήσει τη διάθεση του προϊόντος;
Νομίζω πως δε θα μπορούσε ουσιαστικά να βοηθήσει, αν δεν υπάρξει ταυτόχρονα και αντιστοίχως συνολική ώθηση του προϊόντος μέσω του συγχρόνου Marketing.
-Τι δεν έκανε η Ελλάδα ώστε το ελληνικό λάδι να φεύγει χύμα προς άλλες χώρες και να κερδίζουν άλλοι την προστιθέμενη αξία της εμφιάλωσης, υπάρχει εθνική πολιτική για το ελαιόλαδο;
Αντί να χάνουμε πολύτιμο χρόνο ψάχνοντας για το τι δεν κάναμε εμείς, πολύ πιο εύκολα πρέπει να κοιτάξουμε τι έκαναν οι ανταγωνιστές μας. Κυρίως έδωσαν το βάρος τους σε: -Σοβαρή, σταθερή και έξω από μικροπολιτικά συμφέροντα οργάνωση των φορέων, αρμονικά υποστηριζόμενων από το κράτος (βλέπε υγιείς και συντονισμένους συνεταιρισμούς Ισπανίας) -Αντίστοιχα σοβαρή και σύγχρονη ανάπτυξη οργανωμένης εθνικής προώθησης μέσω Marketing (Iταλία).
-Να αναφερθούμε στο μερίδιο του ελληνικού ελαιολάδου στην παγκόσμια αγορά, που είναι πάρα πολύ μικρό. Τι φταίει άραγε;
Νομίζω πως η προηγούμενη απάντηση ισχύει και εδώ. Οργάνωση & Marketing. -Ακούγεται τελευταία ότι θα πρέπει να γίνει μία ακόμη κατηγορία λαδιού, το εξτρίσιμο. Πιστεύετε ότι μπορεί να βοηθήσει το ελληνικό ελαιόλαδο; Το εξτρίσσιμο δεν είναι τίποτε άλλο παρά μια προσπάθεια προώθησης του προϊόντος μέσω του Marketing. Η πλειονότητα των ελαιολάδων μας, ιδιαίτερα στην έναρξη της παραγωγής τους, είναι κατά βάση extrissima. Το θέμα είναι, συνεπώς, πώς το προωθείς. Αν μπορείς να το πλασάρεις σωστά, τότε επιβιώνεις, αν όχι…
-Η Μεσσηνία θα μπορούσε να γίνει Τοσκάνη;
Βεβαιότατα. Φθάνει να μελετήσουμε τι κάνουν εκείνοι, επαναλαμβάνοντάς το εμείς καλύτερα…
-Πώς βλέπετε το γεγονός ότι στη Μεσσηνία καταναλώνονται χιλιάδες τόνοι σπορελαίων και δε βρίσκεις πουθενά πατάτα τηγανισμένη σε ελαιόλαδο;
Στην Τοσκάνη, παρεμπιπτόντως, κύριε Τσώνη, δε συμβαίνει παρομοίως. Όλα είναι - δυστυχώς για εμάς - θέμα παιδείας και νοοτροπίας.
-Θα προτείνατε στους ελαιοπαραγωγούς να προχωρήσουν στη βιολογική καλλιέργεια;
Νομίζω πως αυτό που φταίει δεν είναι το θέμα του είδους της καλλιέργειας. Εάν η οποιαδήποτε καλλιέργεια (βιολογική, φυσική κ.λπ.) εφαρμοσθεί από ανθρώπους που δεν την πιστεύουν και που θα το κάνουν κυρίως για κέρδος, είναι πιστεύω προφανές ότι θα αποτύχουν. Εφόσον αποτυγχάνουν στο συμβατικό (που οι ίδιοι απαξιώνουν χρησιμοποιώντας σπορέλαια), πώς θα μπορέσουν να πετύχουν σε κάτι πολύ πιο εξειδικευμένο; Η οποιαδήποτε καλλιέργεια χρειάζεται πρωτίστως εσωτερική καλλιέργεια. Την καλλιέργεια αυτή που είχαν κάποιοι παππούδες μας, που δε συνδέεται κατ’ ανάγκη με τη σημερινή δική μας τυπική εγκύκλια μόρφωση. Χρειάζεται, λοιπόν, μεράκι, αγάπη για ό,τι κάνεις, αυταπάρνηση και αφοσίωση. Αξίες που χάνονται μαζί με την κληρονομιά μας και θα πρέπει με κόπο να τις επανακατακτήσουμε, αν θέλουμε να επιβιώσουμε αξιοπρεπώς.
απο Flash Μεσσηνίας