GAIA

GAIA

Δευτέρα 4 Φεβρουαρίου 2013

ΟΡΕΙΝΗ ΤΡΙΧΩΝΙΔΑ: Οδικό δίκτυο, ώρα μηδέν


Περιγραφή του προβλήματος
Ο δείκτης της εξέλιξης φαίνεται να έχει σταματήσει στο σημείο μηδέν για την ορεινή περιοχή του Δήμου Θέρμου στην Τριχωνίδα. Πρόκειται για μια περιοχή 160 τετραγωνικών χιλιομέτρων, που καταλαμβάνει κάτι λιγότερο από τη μισή  έκταση του Δήμου Θέρμου, σχεδόν διπλάσια της έκτασης της Μυκόνου ή αντίστοιχη αυτής της Μήλου, όπου 17 (δεκαεπτά) οικισμοί, που ανήκουν σε 8 (οχτώ) Τοπικές Κοινότητες, συνεχίζουν να επικοινωνούν, ακόμη και στην αυγή του 21ου αιώνα, αποκλειστικά μέσω χωματόδρομων, αντιμετωπίζοντας γι’ αυτό το λόγο το πρόβλημα της επικοινωνίας σε βαθμό μοναδικής έντασης σε σχέση με κάθε άλλη περιοχή της Περιφέρειας Δυτικής Ελλάδας και ίσως και ολόκληρης της χώρας. Και δεν συζητάμε για αγροτικό δίκτυο αλλά για δρόμους του επαρχιακού οδικού δικτύου !!!....







Για την επίλυση του προβλήματος αυτού απαιτείται βελτίωση – ασφαλτόστρωση δρόμων  συνολικού μήκους περί τα 75 (εβδομήντα πέντε) χμ., ώστε να συνδεθούν όλες οι ορεινές Τοπικές Κοινότητες (Αμβρακιάς, Αργυρού Πηγαδίου, Διπλατάνου, Κοκκινόβρυσης, Νεροχωρίου, Πέρκου και Χαλικίου) καθώς και το σύνολο των οικισμών της Τοπικής Κοινότητας Δρυμώνα, με την έδρα του Δήμου και με το βασικό μεταφορικό δίκτυο της χώρας, χωρίς να συνυπολογιστούν οι αναγκαίες συνδέσεις με τις όμορες περιοχές της Ευρυτανίας και της Ναυπακτίας, με τις οποίες η περιοχή αυτή συναποτελεί ενιαίο γεωγραφικό χώρο με κοινά αναπτυξιακά χαρακτηριστικά.
Για όποιον γνωρίζει αυτή την απροσπέλαστη, άγνωστη, αλλά και πολλά υποσχόμενη, λόγω των αναξιοποίητων αναπτυξιακών της αποθεμάτων, περιοχή, θα διακρίνει εικόνες από «την άλλη Ελλάδα», την Ελλάδα της υπανάπτυξης που βιώνει την ελλιπέστατη κρατική μέριμνα ως θύμα της ανισόρροπης περιφερειακής ανάπτυξης της χώρας.
Συσχέτιση με παρεμφερείς καταστάσεις
Αναφορικά με την κατάσταση που επικρατεί στο οδικό δίκτυο των όμορων ορεινών περιοχών Ναυπακτίας και Ευρυτανίας, αυτό έχει ασφαλτοστρωθεί σχεδόν στο σύνολό του ή βρίσκονται σε εξέλιξη έργα αντίστοιχης εμβέλειας με τα εναπομείναντα προβλήματα αυτής της κατηγορίας, όπως το έργο της ασφαλτόστρωσης του οριζόντιου οδικού άξονα της Ν/Α Ευρυτανίας, του δρόμου Δομνίστα – Πρόδρομος – Προυσός, για το οποίο έχει διατεθεί πρόσφατα πίστωση 12.000.000,00 (δώδεκα εκατομμυρίων) € από Ειδικό Αναπτυξιακό Πρόγραμμα που θεσπίστηκε για την Περιφέρεια Στερεάς Ελλάδας ως αντιστάθμισμα της μη συμπερίληψής της στις περιοχές του στόχου σύγκλισης, άρα και της μη χρηματοδότησής της από το Ε.Σ.Π.Α. ενώ δεν υπήρξε αντίστοιχη πρόβλεψη για την ασφαλτόστρωση τόσο του κάθετου σ’ αυτόν οδικού άξονα, που συγκλίνει από το Θέρμο μέσω Κοκκινόβρυσης στον Πρόδρομο, όσο και των υπόλοιπων δρόμων της ορεινής περιοχής του Δήμου Θέρμου, και παρά το ότι η Περιφέρεια Δυτικής Ελλάδας περιλαμβάνεται στο στόχο της σύγκλισης ενώ η Ευρυτανία όχι.
Ο παραλογισμός στο μεγαλείο του !!!
Επιπλέον, στις περισσότερες περιφέρειες της χώρας μας δεν υφίσταται παρόμοιο πρόβλημα,  αλλά και όπου υπάρχει ακόμα ο βαθμός έντασής του δεν είναι συγκρίσιμος με τον αντίστοιχο της εν λόγω περιοχής. Στην Κρήτη, για παράδειγμα, έχουν απομείνει μόνο 70 χμ. χωματόδρομοι διάσπαρτοι σε μια ολόκληρη περιφέρεια με έκταση 8.330 τ. χμ. – αν δεν έχουν κιόλας ασφαλτοστρωθεί από τη στιγμή της καταγραφής των στοιχείων προ εξαετίας – και στον Δήμο Θέρμου, σε μια εδαφική περιφέρεια 333,7 τ. χμ., 25 φορές μικρότερη απ’ αυτή της Κρήτης, παραμένει χωμάτινο μεγαλύτερου μήκους οδικό δίκτυο από το αντίστοιχο της Κρήτης !!!
Σύντομο ιστορικό – Αποτίμηση της κατάστασης
Μια σειρά από αρνητικούς παράγοντες έχει οδηγήσει  στην κατάσταση αυτή, που συνιστά όνειδος για το πολιτικό σύστημα της χώρας αλλά και για την Ευρωπαϊκή Ένωση, περιοχές της οποίας βρίσκονται σ’ αυτή την κατάσταση, και αποτελεί επιβεβαίωση της μη συγκροτημένης, και γι’ αυτό αναποτελεσματικής, λειτουργίας της πολιτικής εκπροσώπησης του Νομού, όλων των επιπέδων διοίκησης, αναφορικά με τη διεκδίκηση των κονδυλίων που αφορούν στην υλοποίηση των αυτονόητων υποδομών στην περιοχή.
Για την καταγραφή της αλήθειας πρέπει να γίνει αναφορά στη μοναδική εξαίρεση που υπήρξε στην προώθηση αυτού του προβλήματος, η οποία έλαβε χώρα επί θητείας του πρώην Νομάρχη κ. Θύμιου Σώκου, όταν διατέθηκαν τη διετία 2007-2008 κάποια ποσά από τα τακτικά έσοδα της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης για την ασφαλτόστρωση τμημάτων της οδοποιίας αυτής της περιοχής, που είχε ως αποτέλεσμα το μετριασμό κατά τι του προβλήματος, το οποίο, όμως, παρέμεινε στο μεγαλύτερο μέρος του, καθώς η μη ένταξη των σχετικών έργων σε  πρόγραμμα  αντίστοιχης χρηματοδοτικής ισχύος με το πρόβλημα δεν ήταν δυνατό να οδηγήσει σε επίλυσή του. Από τότε, λόγω της οικονομικής κρίσης και των συσσωρευμένων χρεών στη νεοσυσταθείσα περιφερειακή αυτοδιοίκηση υπήρξε πλήρης στασιμότητα.
Τα παραπάνω καθιστούν την Πολιτεία έκθετη απέναντι στην περιοχή και αποτελούν απόρροια του τρόπου λειτουργίας του πολιτικού συστήματος της χώρας, το οποίο λειτουργεί διαχρονικά με όρους που δεν είναι συμβατοί με τη λογική της κατανομής των πόρων στην κατεύθυνση της ισόρροπης ανάπτυξης, όπως θα όφειλε εκ του ρόλου του, και παραμένει σε πολύ μεγάλο βαθμό ψηφοθηρικό ακόμη και στο σημαντικό για την ανάπτυξη σύστημα σχεδιασμού των τεχνικών υποδομών. Προφανώς, η ορεινή αυτή περιοχή – λόγω και της μη υπολογίσιμης εκλογικής της δύναμης και συνακόλουθα του μικρού βαθμού άσκησης πίεσης, ο οποίος βρίσκεται σε αναντιστοιχία με το μέγεθος του προβλήματος που πρέπει να αντιμετωπιστεί – βρίσκεται εκτός σχεδιασμού των αρμόδιων φορέων.
Αποτέλεσμα αυτών, να παραμένει αποκομμένη από τον έξω κόσμο μια ολόκληρη περιοχή και το πρόβλημα αυτό μάλιστα να υποβαθμίζεται συστηματικά, ή και να αγνοείται ακόμα, από τους αρμόδιους φορείς τόσο της Αυτοδιοίκησης όσο και της κρατικής διοίκησης. Δυστυχώς, η περιοχή αυτή έχει την ατυχία (;), παρόλο που χωροθετείται στην καρδιά του ηπειρωτικού κορμού της Ελλάδας, να βρίσκεται στα όρια του γεωγραφικού χώρου που προσδιορίζει τις εκάστοτε ενότητες της τοπικής αυτοδιοίκησης ή της αποκεντρωμένης διοίκησης, με αποτέλεσμα ουδέποτε να φθάνει ως εκεί το βλέμμα και το ενδιαφέρον των εκάστοτε διοικήσεων με τις κατεστημένες, κοντόφθαλμες και κεντροβαρείς αντιλήψεις, που αποτελούν δυστυχώς κανόνα στην άσκηση διαχρονικά της πολιτικής στη χώρα μας και στην περιοχή μας.
Προοπτικές επίλυσης του προβλήματος
Φθάσαμε στην τελευταία χρονιά της τρέχουσας προγραμματικής περιόδου αναφορικά με τα Ευρωπαϊκά Προγράμματα, που θα μπορούσε να καταστεί σταθμός για την πρόοδο του θέματος, καθώς αποτελεί την τελευταία περίοδο ένταξης έργων στο περίφημο Ε.Σ.Π.Α. 2007-2013, εάν και εφόσον, βέβαια, υπάρξει, έστω και στο παρά πέντε, αντίστοιχη μέριμνα για την ένταξη των έργων οδοποιίας της παραπάνω περιοχής. Δυστυχώς, αν κρίνουμε από την μέχρι τώρα πρόοδο στην εξέλιξη της υπόθεσης, φαίνεται πως με την εκπνοή του τρέχοντος έτους θα έχουν παρέλθει τέσσερα Κοινοτικά Πλαίσια Στήριξης χωρίς να έχει χρηματοδοτηθεί από τα προγράμματα αυτά, τα οποία υποτίθεται ότι στοχεύουν πρωταρχικά στην επίτευξη της ισόρροπης ανάπτυξης, ούτε ένα έργο οδοποιίας σ’ αυτή την περιοχή που αντιμετωπίζει σε βαθμό μοναδικής έντασης το πρόβλημα της επικοινωνίας. Το μόνο που έμεινε είναι οι σχετικές ανεκπλήρωτες υποσχέσεις που δίνονταν σε κάθε σχεδιασμό του επόμενου προγράμματος.
Το παράδοξο είναι ότι ακούμε καθημερινά για έλλειψη απορροφητικότητας και κίνδυνο απώλειας πόρων από τα Κοινοτικά Προγράμματα λόγω ανωριμότητας έργων και δικαιολογημένα μας πιάνει το παράπονο. Φέτος, το 2013, συμπληρώνεται ολόκληρη δεκαετία από την πλήρη ωρίμανση του πρώτου έργου οδοποιίας της περιοχής αυτής, χωρίς ωστόσο το έργο να έχει ενταχθεί ούτε στο Γ΄ Κ.Π.Σ. ούτε και στο Ε.Σ.Π.Α., όπως ούτε και κανένα άλλο σχετικό έργο σ’ αυτή την περιοχή. Φαίνεται πως η παρότρυνση των πολιτικών εκπροσώπων των αρμοδίων φορέων για την ωρίμανση έργων για την ένταξή τους στα Κοινοτικά Προγράμματα απλά αποτελούσε παρελκυστική πολιτική, πράγμα που συνιστά μια ακόμη επιβεβαίωση της αναξιοπιστίας της πολιτικής και των πολιτικών.
Μοναδική ελπίδα, να αναμένουμε την περίπτωση να αναλάβει θέση σε παραγωγικό υπουργείο κάποιος συντοπίτης, ώστε να ενεργήσει από πατριωτικό καθήκον, όπως πρόσφατα που με πρωτοβουλία του Αιτωλοακαρνάνα πρώην υφυπουργού Ανάπτυξης κ. Θάνου Μωραΐτη εντάχθηκε στο πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων ποσό τριών εκατομμυρίων ευρώ για την ασφαλτόστρωση μερικών τμημάτων οδοποιίας της περιοχής αυτής, το οποίο, βέβαια, είναι ανεπαρκέστατο για την επίλυση του προβλήματος με δεδομένο τον βαθμό της έντασής του, και εφόσον υλοποιηθεί το πρόγραμμα με δεδομένη την κατάσταση των δημοσίων οικονομικών.
Αυτό, όμως, δεν είναι σωστό ούτε είναι δυνατό να αποτελεί ορθή μέθοδο για την επίλυση των προβλημάτων. Αντίθετα, η λύση του συγκεκριμένου προβλήματος πρέπει να αποτελέσει προϊόν προγραμματισμού κατόπιν αξιολόγησης της πιεστικότητάς του και της αναπτυξιακής του διάστασης από τους αρμόδιους φορείς και ακολούθως να ληφθεί μέριμνα για την ένταξη των σχετικών έργων σε χρηματοδοτικό πρόγραμμα αντίστοιχο του μεγέθους του προβλήματος.
Οι αναπτυξιακές προοπτικές της περιοχής αναφοράς του προβλήματος
Η ορεινή περιοχή του Δήμου Θέρμου διαθέτει ποικιλία ορεινών και παραποτάμιων οικοσυστημάτων με σπάνιο φυσικό κάλλος και πολλαπλά τουριστικά ενδιαφέροντα, αφού περιλαμβάνει μεγάλο τμήμα του Ανατολικού Παναιτωλικού, που διασχίζεται από τον Εύηνο και τους παραποτάμους του, Γιδομανδρίτη και Φειδάκια, σημαντικό μέρος του οποίου υπάγεται στη ζώνη προστασίας της φύσης Natura 2000, και γι’ αυτό μπορεί να λειτουργήσει στο σύνολό της ως ολοκληρωμένο Ανοικτό Οικοτουριστικό Πάρκο.
Αυτό το πλούσιο φυσικό απόθεμα, το πλήθος μνημείων της αγροτικής και πολιτιστικής της κληρονομιάς, η συμπληρωματικότητά της αναφορικά με τα ιδιαίτερα σημαντικά φυσικά και πολιτιστικά αναπτυξιακά χαρακτηριστικά της εγγύς περιοχής του Θέρμου και της λίμνης Τριχωνίδας (Αιτωλική Συμπολιτεία, Αρχαιολογικός Χώρος και νέο Αρχαιολογικό Μουσείο Θέρμου, Κοσμάς Αιτωλός, βυζαντινά μοναστήρια, Κέντρο Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης κ.α.), η γειτνίασή της με την Ευρυτανία και τη Ναυπακτία – περιοχές στις οποίες αυτή παρεμβάλλεται γεωγραφικά και συναποτελεί μ’ αυτές ενιαίο γεωγραφικό και οικονομικό χώρο – το κλίμα της και η μικρή απόστασή της από τα κύρια αστικά κέντρα της περιοχής, Αγρίνιο και Πάτρα, αποτελούν τα χαρακτηριστικά εκείνα που κατατάσσουν την ορεινή περιοχή του Δήμου Θέρμου σε εν δυνάμει υποδοχέα εξοχικής κατοικίας και προορισμό ανάπτυξης οικοτουριστικών και συναφών εναλλακτικών δραστηριοτήτων, στοιχείων με μείζονα σημασία για την ανάπτυξη της περιοχής Θέρμου, Ναυπακτίας και Ευρυτανίας στην ολότητά της.
Για την αξιοποίηση των αναπτυξιακών δυνατοτήτων της περιοχής του Θέρμου, όμως, πρωταρχική προϋπόθεση αποτελεί η άρση της απομόνωσης της ορεινής του περιοχής, ώστε να αξιοποιηθεί το σημαντικό για την ανάπτυξη στοιχείο της ορεινότητας που  παραμένει σε ύπνωση. Αυτό επιβάλλεται, εξάλλου, στα πλαίσια της αναγκαιότητας για συμπληρωματικότητα των δράσεων, ώστε να αξιοποιηθούν και να λειτουργήσουν πολλαπλασιαστικά για την ανάπτυξη οι δημόσιες και οι ιδιωτικές επενδύσεις που έχουν υλοποιηθεί ως τώρα σ’ αυτή, προκειμένου και το κόστος για τη συγκεκριμένη υποδομή να μετουσιωθεί σε αναπτυξιακή δυναμική.
Η περιφερειακή διάσταση του προβλήματος
Με δεδομένο ότι η περιοχή του Δήμου Θέρμου εξελίσσεται τελευταία σε νέο τουριστικό προορισμό ιδιαίτερα ελκυστικό λόγω των προαναφερόμενων χαρακτηριστικών της και των σχετικών υποδομών που έχουν υλοποιηθεί κυρίως στο Θέρμο (Αρχαιολογικό Μουσείο κ.α.), το συγκεκριμένο ζήτημα ξεφεύγει από την τοπική του σημασία και παίρνει περιφερειακή διάσταση, καθώς η ανάδειξη ενός νέου τουριστικού προορισμού εντός των ορίων της Περιφέρειας Δυτικής Ελλάδας προσδίδει σ’ αυτή σημαντικό αναπτυξιακό πλεονέκτημα περιφερειακού ενδιαφέροντος.
Ο στόχος, όμως, για ανάδειξη της περιοχής του Θέρμου σε τουριστικό προορισμό δεν θα υλοποιηθεί στο εύρος που είναι δυνατό, αν δεν προστεθούν στα προαναφερόμενα χαρακτηριστικά του Θέρμου και της λίμνης Τριχωνίδας και αυτά που συμπεριλαμβάνονται στον όρο ορεινότητα, που αποτελεί τη βασικότερη προϋπόθεση για την προσέλκυση επισκεπτών σε δωδεκάμηνη βάση, όπως επιτάσσει η ανάγκη για περαιτέρω τουριστική ανάπτυξη της χώρας και της συγκεκριμένης περιοχής.
Αυτά τα χαρακτηριστικά τα διαθέτει απλόχερα η ορεινή ενδοχώρα του Θέρμου και περιμένουν την ανάδειξή τους, ώστε να συμπληρωθεί το παζλ των στοιχείων εκείνων της ευρύτερης περιοχής που είναι ικανά να καλύψουν πολλαπλά ενδιαφέροντα των επισκεπτών κι έτσι να λειτουργήσουν από κοινού στην μεγέθυνση της επισκεψιμότητας στην περιοχή. Το γεγονός, εξάλλου, ότι η ορεινή αυτή περιοχή δεν απέχει περισσότερο από 80 (ογδόντα) χμ. από την Πάτρα, ένα από τα μεγαλύτερα αστικά κέντρα της χώρας, και βρίσκεται σε ευνοϊκή απόσταση από την Αθήνα, συνιστά επιπλέον στοιχείο που συνηγορεί στον παραπάνω ισχυρισμό. Δεν μπορεί, φυσικά, να προκύψει κάτι τέτοιο χωρίς την άρση της απομόνωσης της περιοχής αυτής, μέσω της ασφαλτόστρωσης του οδικού της δικτύου.
Γι’ αυτό, επιβάλλεται ο εκσυγχρονισμός του οδικού δικτύου της ορεινής αυτής περιοχής να αντιμετωπιστεί από την Περιφέρεια Δυτικής Ελλάδας ως ζήτημα αιχμής και να τεθεί στις προτεραιότητές της και όχι να συνεχίσει να θεωρείται ως τοπικό ζήτημα ήσσονος σημασίας, όπως συμβαίνει έως σήμερα.
Καταληκτική πρόταση για την επίλυση του προβλήματος
Το ερώτημα που τίθεται, όμως, καταληκτικά είναι το «τι μέλλει γενέσθαι» για την επίλυση του προβλήματος αυτού στη συγκεκριμένη χρονική στιγμή κι αυτό σχετίζεται πρωταρχικά με τις ενέργειες της Περιφερειακής Αυτοδιοίκησης λόγω αρμοδιότητας για το επαρχιακό οδικό δίκτυο.
Η μοναδικότητα της έντασης του προβλήματος αυτής της κατηγορίας σε επίπεδο Περιφέρειας Δυτικής Ελλάδας, και όχι μόνο, σε συνδυασμό με τις αναπτυξιακές προοπτικές της περιοχής στην οποία αυτό αναφέρεται, συνιστούν τα στοιχεία εκείνα που συνηγορούν απόλυτα στην αναγκαιότητα χρηματοδότησης των έργων που αναφέρονται στην ασφαλτόστρωση του συνόλου της οδοποιίας της περιοχής αυτής.
Η απαιτούμενη ωριμότητα των σχετικών έργων έχει εξασφαλισθεί από τον Δήμο Θέρμου για μεγάλο μέρος της οδοποιίας αυτής της περιοχής και τα Κοινοτικά Προγράμματα της τρέχουσας προγραμματικής περιόδου βρίσκονται σε εξέλιξη. Απαιτείται, όμως, ισχυρή πολιτική βούληση από την Περιφέρεια αλλά και από την κεντρική διοίκηση, καθώς λόγω του βαθμού της έντασης του προβλήματος και συνακόλουθα του σχετικά αυξημένου κόστους επίλυσής του θα απαιτηθεί δραστική παρέμβαση εξισορρόπησης και από την κεντρική διοίκηση για ενίσχυση της Περιφέρειας από τα κονδύλια του Ε.Σ.Π.Α. που δεν πρόκειται να απορροφηθούν στα τομεακά ή στα άλλα περιφερειακά προγράμματα, ώστε να χρηματοδοτηθεί το σύνολο των απαιτούμενων έργων οδοποιίας αυτής της περιοχής.
Χωρίς να αγνοείται η αρνητική οικονομική συγκυρία, που δεν επιτρέπει ουσιαστικά την διάθεση κονδυλίων εκτός συγχρηματοδοτούμενων προγραμμάτων, το ζήτημα που τίθεται είναι αν υπάρχει πρόθεση για ένταξη στο περιφερειακό σκέλος του Ε.Σ.Π.Α. έστω και μικρότερου αριθμού έργων οδοποιίας σ’ αυτή την ορεινή περιοχή από τα απαιτούμενα, πράγμα που καθίσταται, μάλιστα, επίκαιρο λόγω και της αναγκαιότητας ολοκλήρωσης των έργων, μικρά τμήματα των οποίων έχουν ενταχθεί σε χρηματοδοτικό πρόγραμμα, όπως προαναφέρθηκε. Αυτό, άλλωστε, επιβάλλεται στα πλαίσια της υποχρέωσης για συμπληρωματικότητα των δράσεων.
Ποια είναι η θέση του περιφερειάρχη κ. Απόστολου Κατσιφάρα, του Αντιπεριφερειάρχη Αιτωλ/νίας κ. Βασιλείου Αντωνόπουλου και του Περιφερειακού Συμβουλίου για το θέμα;
Προτίθεται η Περιφέρεια να χρηματοδοτήσει έργα οδοποιίας σ’ αυτή την περιοχή από το περιφερειακό σκέλος του Ε.Σ.Π.Α. ως έμπρακτη αναγνώριση της πιεστικότητας του προβλήματος, ακόμη και στην περίπτωση που δεν καταστεί δυνατό να εξασφαλισθεί επιπλέον χρηματοδότηση; Εξάλλου, αυτό επιτάσσει το γεγονός ότι η ωρίμανση των έργων αυτών έχει χρηματοδοτηθεί από τα πενιχρά έσοδα του Δήμου Θέρμου για έργα αρμοδιότητας της Περιφερειακής Αυτοδιοίκησης, πράγμα σπάνιο ως τακτική και αντίληψη αναφορικά με τις σχέσεις συνεργασίας ανάμεσα στις διάφορες βαθμίδες διοίκησης.
Περιλαμβάνεται στο σχεδιασμό της Περιφέρειας η ωρίμανση των υπολειπόμενων ελάχιστων έργων οδοποιίας στην περιοχή αυτή για τα οποία δεν έχουν εκπονηθεί μελέτες;
Υπάρχει σχετική πρόθεση και τι ενέργειες έχουν γίνει εκ μέρους της Περιφέρειας προς την κεντρική διοίκηση για την ενίσχυση του περιφερειακού σκέλους του Ε.Σ.Π.Α. με στόχο την προώθηση της επίλυσης συνολικά του προβλήματος αυτού;
Ποια είναι η αντίστοιχη θέση των κοινοβουλευτικών εκπροσώπων της Αιτωλοακαρνανίας;
Η ύπαρξη του προβλήματος αυτού δίνει την ευκαιρία στην πρώτη εκλεγμένη αρχή της Περιφερειακής Αυτοδιοίκησης της Περιφέρειάς μας να σηματοδοτήσει με τους χειρισμούς της μια νέα αντίληψη στην άσκηση της τοπικής πολιτικής, ανοιχτής στο μέλλον και οραματικής, που θα δίνει έμφαση στην ισόρροπη ενδοπεριφερειακή ανάπτυξη, μακριά από τις επικρατούσες στενόμυαλες και κεντροβαρείς αντιλήψεις και πρακτικές, που ευθύνονται σε μεγάλο βαθμό για την υπανάπτυξη της περιφέρειας της χώρας μας.
Συγχρόνως, βέβαια, πρέπει το συγκεκριμένο ζήτημα να αναχθεί και από τον Δήμο Θέρμου εμπράκτως στις πρώτιστες προτεραιότητες των διεκδικήσεών του και να απαιτηθεί η λύση του με τη δέουσα ζέση, καθώς η προσδοκώμενη και δυνατή τουριστική ανάπτυξη της ορεινής Τριχωνίδας με επίκεντρο το Θέρμο είναι αδύνατο να προκύψει με την απουσία της ορεινής ενδοχώρας του Θέρμου.
Η αναγκαιότητα, τέλος, για την καλλιέργεια περιφερειακής συνείδησης στο σύνολο της περιφέρειάς μας επιτάσσει την προβολή του προβλήματος αυτού από τα Μέσα Ενημέρωσης στο σύνολο της επικράτειας της Περιφέρειας Δυτικής Ελλάδας, με στόχο την ευαισθητοποίηση της κοινής γνώμης για το ζήτημα και την καλλιέργεια κλίματος συναντίληψης στα προβλήματα των επιμέρους περιοχών.
Τα απομονωμένα ορεινά χωριά του Δήμου Θέρμου στην Τριχωνίδα εκπέμπουν κραυγή αγωνίας για την επίλυση αυτού του σοβαρού προβλήματος και αναμένουν με αγωνία τις απαντήσεις στα παραπάνω ερωτήματα και τις σχετικές εξελίξεις και αναλόγως να αποτιμήσουν τις ενέργειες των αρμοδίων φορέων.
Μήπως είναι η κατάλληλη ώρα να ξεφύγει ο δείκτης της εξέλιξης για την ορεινή ενδοχώρα του Θέρμου από το σημείο .... μηδέν;
Νίκος Κωστακόπουλος

Εκπαιδευτικός – Δημοτικός Σύμβουλος Θέρμου