Επιτέλους, σ’αυτή τη χώρα ας μας εξηγήσει κάποιος υπεύθυνα, πότε ένας νόμος είναι συνταγματικός και πότε όχι.
Την απάντηση θα ήτο προτιμότερο να μας την δώσει ο νέος αντιπρόεδρος της κυβέρνησης και υπουργός οικονομικών κ. Ευάγγελος Βενιζέλος, που είναι και συνταγματολόγος.
Του συνεργάτη μας Ανδρέα Μουντούρη
e-mail: a.Moudouris@gmail.com
Κάθε δημοκρατική χώρα έχει απαραίτητα το σύνταγμά της. Τον καταστατικό της χάρτη, ο οποίος περιέχει το σύνολο των βασικών κανόνων, που ορίζουν τον τρόπο οργάνωσης και λειτουργίας της πολιτείας και της σχέσης της με τους πολίτες της. Δηλαδή το σύνταγμα οριοθετεί ένα πλαίσιο στο οποίο ενσωματώνονται οι βασικές νομικές αρχές που διέπουν τη λειτουργία μιας οργανωμένης πολιτείας, όπως η μορφή του πολιτεύματος και οι βασικές αρχές οργάνωσης των κρατικών εξουσιών, τα όρια των εξουσιών αυτών απέναντι στους πολίτες του κ.α. Υπό αυτή την έννοια το σύνταγμα, ως βασικό νομοθέτημα, περιέχει μόνο τους βασικούς νομικούς όρους της πολιτειακά οργανωμένης κοινωνικής συμβίωσης, δηλαδή εκείνους πάνω στους οποίους υπάρχει ευρύτατη κοινωνική συναίνεση ως προς την αποδοχή και την εγκυρότητά τους. Συνεπώς οι συνταγματικοί κανόνες εκφράζουν γενικές αρχές που για να γίνουν πιο συγκεκριμένοι χρήζουν περαιτέρω επεξεργασίας από τον κοινό νομοθέτη, γι’ αυτό δεν μπορούν να είναι λεπτομερείς, αλλά αντίθετα , γενικοί και συνοπτικά διατυπωμένοι. Κατ’ αυτό τον τρόπο το Σύνταγμα αποτελεί την έκφραση των θεμελιωδών θεσμικών και πολιτικών επιλογών μιας κοινωνίας. Ως θεμελιώδεις οι συνταγματικοί κανόνες αποτελούν τη βάση πάνω στην οποία παράγονται οι υπόλοιποι κανόνες δικαίου. Το ελληνικό σύνταγμα κατατάσσεται παραδοσιακά στα αυστηρά συντάγματα, τα οποία προβλέπουν ειδική και αυστηρή διαδικασία αναθεώρησης. Από το 1975, το άρθρο 110 το προβλέπει αυτό, ενώ κάποια άρθρα του (ο λεγόμενος σκληρός πυρήνας του συντάγματος) δεν μπορούν να υπαχθούν σε αναθεώρηση από το κοινοβούλιο. Αυτό σημαίνει, ότι οι κοινοί νόμοι, σε περίπτωση που αντίκεινται σε συνταγματικές διατάξεις, καθίστανται αυτόματα ανενεργοί, όπως ορίζεται στο άρθρο 93 παρ.4 του ελληνικού συντάγματος. Όμως ο νομοθέτης, όταν νομοθετεί δεν μπορεί πάντα να προβλέψει όλα εκείνα που πρόκειται να συμβούν μέσα από τις σχέσεις μιας κοινωνικής συμβίωσης. Έτσι πολλοί νόμοι κατά την εφαρμογή τους πέραν της ωφέλειας που προσδίδουν στην κοινωνία πολλές φορές δημιουργούν κι ανεπιθύμητες παρενέργειες που ο καθένας μπορεί να τις ερμηνεύσει κατά το <<δοκούν>>.
Ο αρθρογράφος αυτού του κειμένου δεν είναι νομικός, όμως έχει διδαχθεί στο πανεπιστήμιο νομικά, μελέτησε και συνεχίζει να μελετά, ασχολήθηκε συστηματικά περισσότερο από μια εικοσαετία με τα δημόσια έσοδα, τη διοικητική εκτέλεση και το δικαστικό τμήμα της οικονομικής εφορίας Αγρινίου, κι όμως αν τον ρωτήσετε αν γνωρίζει νομικά θα σας πει πως δεν ξέρει τίποτε (εν οίδα ότι ουδέν οίδα). Η νομική επιστήμη είναι από τις πιο δύσκολες και για να γίνει κανείς κοινωνός της χρειάζεται διαρκής μελέτη και συνεχής παρακολούθηση των νέων κανόνων δικαίου που θεσπίζονται. Πάντως είναι σε θέση ο αρθρογράφος να σας πει, έτσι απλά, πώς ένας νόμος είναι συνταγματικός, όταν συμβαδίζει με το δημόσιο συμφέρον, όταν εξυπηρετεί τους σκοπούς και τα συμφέροντά της πλειοψηφίας του ελληνικού λαού. Δυστυχώς όμως σ’ αυτή την χώρα έγινε παράδοση πια να την πληρώνουν οι έντιμοι, οι ευσυνείδητοι, οι άξιοι κι εργατικοί. Ενώ εκείνοι που καταλήστευσαν το δημόσιο χρήμα που έφεραν τη διαφθορά και την σήψη στην κοινωνία και στο πολιτικό μας σύστημα έμειναν ανέγγιχτοι, γιατί τυχόν τιμωρία τους θα ήταν αντισυνταγματική, λόγω παραγραφής των αδικημάτων και επειδή προστατεύονται από κάποιους νόμους, όπως είναι ο νόμος <<περί ευθύνης υπουργών>>. Ειλικρινά εξανίσταμαι, όταν ακούω τον Έλληνα Πρωθυπουργό να λέει, πως εκείνος δεν είναι δικαστής για να βάλει κάποιο γαλάζιο ή πράσινο επίορκο στη φυλακή. Και βέβαια ο Πρωθυπουργός δεν είναι δικαστής, όμως είναι η κορυφή της εκτελεστικής εξουσίας, που έχει τον πρώτο και τον τελευταίο λόγο, είναι η ανώτατη διοικητική αρχή της κεντρικής πολιτικής σκηνής κι έχει το δικαίωμα και την υποχρέωση να ελέγχει τους υπ’ αυτών. Ο δικαστής αλλά και κάθε δημόσιος λειτουργός δεν ενεργεί αυθαίρετα και κατά το δοκούν, λειτουργεί σύμφωνα με το σύνταγμα, τον κανονισμό της υπηρεσίας του, και προκειμένου για δικαστή, σύμφωνα με τους νόμους του κράτους και κυρίως σύμφωνα με την πολιτική και ποινική δικονομία.
Αν αυτό που ζητούν από τον Έλληνα Πρωθυπουργό έπρεπε να το κάνει ο δικαστής κι εκείνος δεν το έκανε, τότε θα έπρεπε ο υπουργός δικαιοσύνης να πιάσει το δικαστή από το αυτί και να τον στείλει σπίτι του. Ο υπουργός έχει την πολιτική ευθύνη κι ο πρωθυπουργός είναι συνυπεύθυνος , γιατί αυτός έχει το αποκλειστικό δικαίωμα της επιλογής και του διορισμού των υπουργών του. Η ολομέλεια, του συμβουλίου της Επικράτειας, η οποία ύστερα, από αλλεπάλληλες διασκέψεις κεκλεισμένων των θυρών, ενέκρινε, τα επαχθή οικονομικά μέτρα της κυβέρνησης που επιβλήθηκαν σε εφαρμογή των δανειακών συμβάσεων που υπέγραψε η χώρα με την Τρόικα. Αποφάνθηκε το ΣτΕ, ότι τα μέτρα δικαιολογούνται από σοβαρούς λόγους δημοσίου συμφέροντος, ενόψει της αποφυγής χρεοκοπίας της χώρας και της δεδομένης χρονικής συγκυρίας και κατά συνέπεια δεν παραβιάζουν ούτε το σύνταγμα ούτε την ΕΣΔΑ. Το Μνημόνιο δυστυχώς είναι ένα αναγκαίο κακό και πρέπει να το λάβουμε πολύ σοβαρά υπ΄όψιν μήπως και μπορέσουμε να αποφύγουμε κι επίσημα τη χρεοκοπία. Υπάρχουν σ’αυτό όροι, που κατά την προσωπική μου άποψη και συνταγματικοί είναι αλλά και το Μνημόνιο να μην υπήρχε, θα έπρεπε οι κυβερνήσεις να τους υλοποιήσουν προκειμένου να αποκατασταθεί το κράτος Δικαίου και το κοινωνικό κράτος και να προχωρήσει η ανάπτυξη της χώρας. Τέτοιοι όροι είναι: Ο περιορισμός στις σπατάλες και στις άσκοπες δαπάνες του δημοσίου, η αξιοποίηση και εκμετάλλευση της δημόσιας περιουσίας, σχετική οικονομία σ’όλους τους τομείς της οικονομικής και κοινωνικής ζωής. Να αναλάβουν περισσότερα βάρη οι έχοντες και κατέχοντες. Να καταργηθούν όλοι οι κρατικοί οργανισμοί που δεν εξυπηρετούν κανέναν σκοπό και δεν έχουν λόγο ύπαρξης. Να παταχθεί η φοροδιαφυγή και η φοροκλοπή με την έγκαιρη λήψη ασφαλιστικών μέτρων, με περισσότερα διοικητικά μέτρα και με πιο αυστηρά αναγκαστικά μέτρα. Όμως η επιδρομή στα εργασιακά και ασφαλιστικά δικαιώματα των εργαζομένων δεν προάγουν κανένα δημόσιο συμφέρον, όπως αποφάνθηκε το ΣτΕ και θεωρώ την απόφαση αυτή πρωτίστως άδικη και δευτερευόντως αντισυνταγματική. Η τρόικα ισχυρίζεται, ότι δεν υπάρχει άλλη διέξοδος για την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας της Ελλάδος. Η λύση όμως αυτή μέσω του αποπληθωρισμού είναι ταυτόχρονα κι ένα πολύ δύσκολο πρόβλημα που πρέπει να ξεπεραστεί. Και πώς είναι δυνατόν μέσα από πολιτικές συνεχούς μείωσης των εισοδημάτων και αποδιοργάνωσης της οικονομικής βάσης, να υπάρξουν έσοδα για το κράτος και να μειωθεί το έλλειμμα; Η Αμερική για να αντιμετωπίσει την ύφεση δεν επιβάρυνε τις επιχειρήσεις, με νέους φόρους, προέβη σε περικοπή στρατιωτικών δαπανών, όμως δεν πείραξε τα εισοδήματα των εργαζομένων.
Προσωπικά πιστεύω ότι το πιο πιθανό είναι να εισαχθεί η ελληνική οικονομία σε έναν φαύλο κύκλο ύφεσης και ελλειμμάτων που δεν οδηγεί πουθενά, εκτός κι αν το νέο κυβερνητικό σχήμα καταφέρει να κάνει κάτι με την ανάπτυξη, γιατί μέχρι τώρα η επενδυτική άπνοια που επικρατεί στη χώρα μας δεν έχει προηγούμενο!
Επίσης η μείωση του <<εφάπαξ>> των συνταξιούχων, ακόμη και εκείνων που περιμένουν δύο και τρία χρόνια στην ουρά για να το πάρουν, είναι τόσο άδικη και τόσο αντισυνταγματική που <<βγάζει μάτια>>.
Ξέρεις τι είναι να περιμένει κάποιος τρία, τέσσερα και πέντε χρόνια στην ουρά να πληρωθεί το <<εφάπαξ>>, που είναι δικά του χρήματα, γιατί του παρακρατήθηκαν προκαταβολικά από το μισθό του, κι αντί να του πληρώσουν και τους τόκους υπερημερίας για την καθυστέρηση στο τέλος να του το μειώνουν κι από πάνω κατά 10- 15%. Τα ταμεία του Δημοσίου και κυρίως το ΤΠΔΥ ήσαν τα πιο εύρωστα, κι αυτοί που αρνούνται να τα χρηματοδοτήσουν αυτοί τα χρεοκόπησαν. Καταληστεύανε κάθε φορά τα αποθεματικά των ταμείων για να βουλώνουν τις <<μαύρες τρύπες>> του προϋπολογισμού, χωρίς ποτέ να δίνουν λογαριασμό στους εργαζόμενους. Επί κυβέρνησης Σημίτη έπαιξαν τα λεφτά των ασφαλιστικών ταμείων στο χρηματιστήριο, και επί κυβέρνησης του Κώστα Καραμανλή αγόρασαν δομημένα ομόλογα και τα 5,5 δις των αποθεματικών έγιναν 1,5 δις. Είναι ντροπή να την πληρώνουν πάντα οι εργαζόμενοι. Η γενιά των εργαζομένων που βγαίνουν τώρα στην σύνταξη δεν αξίζει αυτής της μεταχείρισης. Είναι μια γενιά που ταλαιπωρήθηκε πολύ στη ζωή της και μόχθησε, για να πληρώνει τους μισθούς και τις συντάξεις όλων εκείνων που έφυγαν από την υπηρεσία όχι με 35 και 37 συντάξιμα χρόνια αλλά άτομα που συνταξιοδοτήθηκαν σε ηλικία 35, 37 και 40 ετών, κι ενώ εργάστηκαν 15 και 20 χρόνια, το Δημόσιο θα τους συνταξιοδοτεί για 40 και 50. Αυτές τις βλακείες των πολιτικών, χάριν του γα………ου κομματισμού, τις πληρώνει σήμερα ο ελληνικός λαός, και αυτοί ακόμη μυαλό δεν βάζουν.
Η γενιά των σημερινών συνταξιούχων, όταν διορίστηκαν βρήκαν στην Υπηρεσία τους αντικείμενα απασχόλησης, γιατί το σύνολο των υπαλλήλων τότε ήταν 140-150.000 και όχι 1.000.000 που είναι σήμερα.
Δεν ανήκουν λοιπόν οι σημερινοί συνταξιούχοι σ’εκείνους τους αργόσχολους, αργόμισθους και πολυθεσίτες που διόρισε ο κ. Πάγκαλος και η παρέα του, για να τα τρώνε όλοι μαζί!