GAIA
Πέμπτη 7 Οκτωβρίου 2010
Συνοπτικός οδηγός για την περαίωση, ρύθμιση ληξιπρόθεσμων χρεών και λοιπά θέματα φορολογίας
Περαίωση ανέλεγκτων υποθέσεων φορολογίας εισοδήματος
1. Η περαίωση καθεµιάς ανέλεγκτης υπόθεσης φορολογίας εισοδήµατος πραγµατοποιείται µε την καταβολή φόρου επιπλέον εκείνου που τυχόν βεβαιώθηκε µε βάση τη δήλωση φορολογίας εισοδήµατος που υποβλήθηκε.
2. Για τον υπολογισµό του φόρου τα δηλωθέντα ακαθάριστα έσοδα πολλαπλασιάζονται µε συντελεστή δύο τοις εκατό (2%) για όλα τα επαγγέλµατα, µε εξαίρεση αυτά που αφορούν δραστηριότητες µε Κωδικούς Αριθµούς ∆ραστηριότητας (Κ.Α.∆.), οι οποίοι αντιστοιχούν στους παρακάτω Κωδικούς Αριθµούς των Μοναδικών Συντελεστών Καθαρού Κέρδους, για τα οποία τα δηλωθέντα ακαθάριστα έσοδα πολλαπλασιάζονται ως εξής:
α) µε συντελεστή επτά τοις χιλίοις (7‰):
· Κ.Α. 4214: έµπορος (πρατήριο) βενζίνης και πετρελαίου
· Κ.Α. 4214 α: έµπορος (πρατήριο) πετρελαίου θέρµανσης (εκτός του Κ.Α. 4235)
· Κ.Α. 5402: πρατήριο χονδρικής πωλήσεως προϊόντων καπνοβιοµηχανίας
· Κ.Α. 5402: έµπορος προϊόντων καπνοβιοµηχανίας χονδρικώς,
β) µε συντελεστή δώδεκα τοις χιλίοις (12‰):
· Κ.Α. 4235: έµπορος πετρελαίου θέρµανσης (διανοµή κατ’ οίκον)
· Κ.Α. 4235: έµπορος - µεταπωλητής πετρελαίου θέρµανσης (εκτός του Κ.Α. 4214 α),
γ) µε συντελεστή ένα τοις εκατό (1%):
· Κ.Α. 8301: πρακτορείο τουρισµού και ταξιδίων (προµήθεια από πωλήσεις εισιτηρίων)
· Κ.Α. 8301 α: πρακτορείο τουρισµού και ταξιδίων (προµήθειες από πώληση αεροπορικών εισιτηρίων µέσω τρίτων ή προς ναυτιλιακές επιχειρήσεις)
· Κ.Α. 8302: πρακτορείο τουρισµού και ταξιδίων (έσοδα από οργάνωση τουρισµού εσωτερικού ή
· εξωτερικού)
· Κ.Α. 8303: πρακτορείο τουρισµού και ταξιδίων (προµήθειες από οργανωµένο τουρισµό από το
· εξωτερικό).
3. Το ποσό που προκύπτει σύµφωνα µε την προηγούµενη παράγραφο πολλαπλασιάζεται µε συντελεστή προοδευτικότητας ανάλογα µε τα δηλωθέντα ακαθάριστα έσοδα ως εξής:
Ακαθάριστα έσοδα
Συντελεστής προοδευτικότητας
έως και 150.000 ευρώ
1
Από 150.001 ευρώ έως και 300.000 ευρώ
1,05
Από 300.001 ευρώ έως και 600.000 ευρώ
1,10
Από 600.001 ευρώ έως και 1.200.000 ευρώ
1,15
Από 1.200.001 ευρώ έως και 3.000.000 ευρώ
1,20
Από 3.000.001 ευρώ έως και 6.000.000 ευρώ
1,25
Από 6.000.001 ευρώ και άνω
1,30
4. Στο τελικό ποσό που προκύπτει από τους ως άνω υπολογισµούς επιβάλλεται φόρος µε συντελεστή είκοσι τοις εκατό (20%), εκτός από τις Α.Ε. και Ε.Π.Ε. για τις οποίες επιβάλλεται φόρος µε συντελεστή είκοσι πέντε τοις εκατό (25%).
5. Το ποσό του φόρου της προηγούµενης παραγράφου προσαυξάνεται αν υπάρχουν παραβάσεις ή επιβαρυντικά στοιχεία της παραγράφου 4 του άρθρου 2 ως εξής:
α) Για παραβάσεις των περιπτώσεων α΄ έως και ιγ΄, κατά είκοσι τοις εκατό (20%).
β) Για παραβάσεις των περιπτώσεων ιδ΄ και ιε΄, κατά σαράντα τοις εκατό (40%).
γ) Για την περίπτωση ιστ΄, κατά σαράντα τοις εκατό (40%).
δ) Για την περίπτωση ιζ΄, κατά εξήντα τοις εκατό (60%).
6. Αν υπάρχει αποκρυβείσα φορολογητέα ύλη, για τον υπολογισµό του ποσού του φόρου, το ποσό της αποκρυβείσας φορολογητέας ύλης πολλαπλασιάζεται µε συντελεστή δεκαπέντε τοις εκατό (15%), το ποσό που προκύπτει προστίθεται στο ποσό που προκύπτει από τον πολλαπλασιασµό των δηλωθέντων ακαθάριστων εσόδων µε το συντελεστή της παραγράφου 2, περαιτέρω το άθροισµα που προκύπτει πολλαπλασιάζεται µε τον οικείο συντελεστή προοδευτικότητας της παραγράφου 3, µε την επιφύλαξη όσων ορίζονται στην παράγραφο 8 και επί του γινοµένου επιβάλλεται φόρος µε τον οικείο συντελεστή της παραγράφου 4. Ο φόρος που προκύπτει προσαυξάνεται ως εξής:
α) Αν υπάρχει αποκρυβείσα φορολογητέα ύλη των περιπτώσεων α΄, β΄ και γ΄ της παραγράφου 3 του
άρθρου 2, κατά σαράντα τοις εκατό (40%).
β) Αν υπάρχει αποκρυβείσα φορολογητέα ύλη της περίπτωσης δ΄ της παραγράφου 3 του άρθρου 2,
κατά εξήντα τοις εκατό (60%).
7. Για την εφαρµογή της προηγούµενης παραγράφου καθώς και της παραγράφου 5 περιπτώσεις α΄και β΄, λαµβάνονται υπόψη οι παραβάσεις του Κ.Β.Σ. οι οποίες:
α) έχουν οριστικοποιηθεί ή
β) εκκρεµούν για διοικητική επίλυση της διαφοράς στη ∆.Ο.Υ. ή άλλη ελεγκτική αρχή ή για εκδίκαση στα διοικητικά δικαστήρια.
8. Αν υπάρχει αποκρυβείσα φορολογητέα ύλη η οποία αφορά απόκρυψη εσόδων, το ποσό της απόκρυψης προστίθεται στα δηλωθέντα ακαθάριστα έσοδα προκειµένου να προσδιορισθεί ο οικείος συντελεστής προοδευτικότητας και να εφαρµοστούν τα οριζόµενα στην παράγραφο.
9. Αν υπάρχει αποκρυβείσα φορολογητέα ύλη και παραβάσεις Κ.Β.Σ. ή λοιπά επιβαρυντικά στοιχεία που επαυξάνουν το φόρο, για την προσαύξηση του φόρου ισχύουν τα µμεγαλύτερα ποσοστά προσαύξησης κατά τα οριζόµενα στις παραγράφους 5 και 6, ανάλογα µε την περίπτωση.
10. Αν για κάποια από τις ανέλεγκτες χρήσεις δεν έχει υποβληθεί εκκαθαριστική δήλωση Φ.Π.Α., το ποσό του φόρου που προκύπτει κατά τις προηγούµενες παραγράφους, ανάλογα µε την περίπτωση, προσαυξάνεται κατά δέκα τοις εκατό (10%). Το ποσό που προκύπτει από την προσαύξηση αυτή δεν µπορεί να είναι κατώτερο από διακόσια (200) ευρώ και προστίθεται στο φόρο που προκύπτει κατά τις προηγούµενες παραγράφους ή στο ελάχιστο ποσό φόρου όπως ορίζεται στην επόµενη παράγραφο.
11. Αν από τον υπολογισµό του φόρου κατά τις προηγούµενες παραγράφους δεν προκύπτει φόρος ή προκύπτει:
α) Ποσό µικρότερο από τριακόσια (300) ευρώ, προκειµένου για µη υπόχρεο ή επιτηδευµατία που δεν τήρησε Βιβλία ή τήρησε Βιβλία πρώτης κατηγορίας του Κ.Β.Σ., το ποσό του φόρου ορίζεται στα τριακόσια (300) ευρώ.
β) Ποσό µικρότερο από πεντακόσια (500) ευρώ, προκειµένου για επιτηδευµατία που τήρησε Βιβλία δεύτερης κατηγορίας του Κ.Β.Σ., το ποσό του φόρου ορίζεται στα πεντακόσια (500) ευρώ. Εφόσον πρόκειται για ελεύθερους επαγγελµατίες τα αντίστοιχα ποσά φόρου ορίζονται σε επτακόσια (700) ευρώ.
γ) Ποσό µικρότερο από επτακόσια (700) ευρώ, προκειµένου για επιτηδευµατία που τήρησε Βιβλία τρίτης κατηγορίας του Κ.Β.Σ., το ποσό του φόρου ορίζεται στα επτακόσια (700) ευρώ. Εφόσον πρόκειται για ελεύθερους επαγγελµατίες τα αντίστοιχα ποσά φόρου ορίζονται σε χίλια (1.000) ευρώ.
12. Ζηµιά που προκύπτει από τη δήλωση φορολογίας εισοδήµατος της τελευταίας περαιούµενης χρήσης δεν µεταφέρεται για συµψηφισµό µε τα θετικά εισοδήµατα των επόµενων χρήσεων σύµφωνα µε τις ισχύουσες διατάξεις, εφόσον η χρήση αυτή ή κάποια από τις τέσσερις (4) προηγούµενες χρήσεις βαρύνεται µε παράβαση Κ.Β.Σ. ή άλλο επιβαρυντικό στοιχείο που επαυξάνει το φόρο ή µε αποκρυβείσα φορολογητέα ύλη.
13.Προσωρινό φύλλο ελέγχου ή προσωρινή πράξη προσδιορισµού του φόρου που εκκρεµεί στη ∆.Ο.Υ. ή άλλη ελεγκτική αρχή ή ενώπιον των διοικητικών δικαστηρίων κατά τα οριζόµενα στο άρθρο 3 παράγραφος 2 περ.γ΄, και αφορά τις περαιούµενες ανέλεγκτες υποθέσεις, περαιώνεται µε ανάλογη εφαρµογή όσων ορίζονται στο άρθρο 11.
Υποθέσεις που υπάγονται στις ρυθμίσεις
1. Στο πεδίο εφαρµογής των ρυθµίσεων του παρόντος Κεφαλαίου υπάγονται οι εκκρεµείς υποθέσεις φορολογίας εισοδήµατος και λοιπών φορολογικών αντικειµένων επιτηδευµατιών, οι οποίες αφορούν διαχειριστικές περιόδους που έκλεισαν µέχρι και τις 31.12.2009.
2. Για την υπαγωγή στις ρυθµίσεις, ως εκκρεµείς υποθέσεις νοούνται εκείνες που µέχρι την ηµεροµηνία έναρξης ισχύος του νόµου:
α) δεν έχει αρχίσει ο έλεγχος ή έχει αρχίσει και δεν έχει περατωθεί,
β) έχει εκδοθεί φύλλο ελέγχου ή πράξη αποτελεσµάτων, αλλά δεν έχει οριστικοποιηθεί,
γ) εκκρεµούν στα διοικητικά δικαστήρια µετά από άσκηση εµπρόθεσµης προσφυγής ή έφεσης και δεν έχουν συζητηθεί στο ακροατήριο του δευτεροβάθµιου δικαστηρίου. Ως εκκρεµείς θεωρούνται και οι υποθέσεις για τις οποίες έχει εκδοθεί οριστική απόφαση του πρωτοβάθµιου δικαστηρίου και δεν έχει παρέλθει η προθεσµία άσκησης έφεσης για κάποιον από τους διαδίκους,
δ) έχουν ήδη ελεγχθεί και:
αα) έχουν εκδοθεί συµπληρωµατικά φύλλα ελέγχου ή πράξεις προσδιορισµού αποτελεσµάτων ή φόρου προστιθέµενης αξίας (Φ.Π.Α.) ή λοιπές εν γένει τέτοιες πράξεις, που είτε δεν έχουν οριστικοποιηθεί είτε εκκρεµούν στα διοικητικά δικαστήρια και δεν έχουν συζητηθεί στο ακροατήριο του δευτεροβάθµιου δικαστηρίου, ή
ββ) έχουν εκδοθεί, µέχρι την 31.8.2010, αποφάσεις επιβολής προστίµου Κ.Β.Σ. που είτε δεν έχουν οριστικοποιηθεί είτε εκκρεµούν στα διοικητικά δικαστήρια και αφορούν συµπληρωµατικά στοιχεία µε βάση τα οποία δεν έχει διενεργηθεί ακόµη έλεγχος στις λοιπές φορολογίες.
Υποθέσεις που εξαιρούνται από τις ρυθμίσεις
1. Από τις υποθέσεις του προηγούµενου άρθρου εξαιρούνται:
α) οι υποθέσεις για τις οποίες δεν έχει υποβληθεί µέ-χρι 31.8.2010 εµπρόθεσµη ή εκπρόθεσµη αρχική
δήλωση φόρου εισοδήµατος για κάποια από τις ανέλεγκτες χρήσεις, καθώς και οι επόµενες αυτής,
β) οι αγρότες του ειδικού καθεστώτος του άρθρου 41 του Κώδικα Φ.Π.Α. (ν. 2859/2000, ΦΕΚ 248 Α΄),
γ) οι υποθέσεις για τις οποίες έχουν υποβληθεί συµπληρωµατικές δηλώσεις σύµφωνα µε τις διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 6 του ν. 2753/1999 (ΦΕΚ 249 Α΄), µε εξαίρεση τις προηγούµενες ή επόµενες χρήσεις αυτών για τις οποίες υποβλήθηκαν οι συµπληρωµατικές δηλώσεις,
δ) από κάθε υπόθεση, η ανέλεγκτη χρήση στην οποία τα δηλωθέντα ακαθάριστα έσοδα είναι µεγαλύτερα του ποσού των είκοσι εκατοµµυρίων (20.000.000) ευρώ ή του αντίστοιχου ποσού σε δραχµές και όλες οι επόµενες αυτής χρήσεις,
ε) οι υποθέσεις φορολογίας πλοίων, ακίνητης περιουσίας, µεγάλης ακίνητης περιουσίας, µεταβίβασης ακινήτων και κληρονοµιών, δωρεών, προικών και γονικών παροχών, ενιαίου τέλους ακινήτων, ειδικού φόρου επί των ακινήτων, φόρου αυτόµατου υπερτιµήµατος και τέλους συναλλαγής,
στ) οι υποθέσεις των επιχειρήσεων που είναι εισηγµένες στο Χρηµατιστήριο Αξιών Αθηνών,
ζ) οι υποθέσεις των επιχειρήσεων για τον έλεγχο των οποίων έχουν συγκροτηθεί Ειδικά Συνεργεία Ελέγχου του άρθρου 39 του ν. 1914/1990 (ΦΕΚ 178 Α΄), καθώς και οι υποθέσεις των νοµικών προσώπων της παραγράφου 2 του άρθρου 101 του Κ.Φ.Ε. (ν. 2238/1994),
η) από κάθε υπόθεση η ανέλεγκτη χρήση για την οποία υφίσταται παράβαση Κ.Β.Σ. για έκδοση πλαστού φορολογικού στοιχείου ή προκύπτει αναµφισβήτητα από δελτίο πληροφοριών ή από άλλα στοιχεία ή έγγραφα η έκδοση τέτοιου στοιχείου και όλες οι επόµενες αυτής χρήσεις,
θ) οι υποθέσεις επιτηδευµατιών φυσικών προσώπων τα οποία, µε βάση τα στοιχεία του περιουσιολογίου έ-τους 2008, υπόκεινται σε φορολόγηση για την ακίνητη περιουσία (Κεφάλαιο ∆΄του ν. 3842/2010, ΦΕΚ 58 Α΄).
3. Οι εξαιρέσεις των περιπτώσεων δ΄ και στ΄ της προηγούµενης παραγράφου δεν ισχύουν για την εφαρµογή των διατάξεων του άρθρου 11 και της παραγράφου 6 του άρθρου 12.
Προϋποθέσεις και αποτελέσματα υπαγωγής των υποθέσεων στις ρυθμίσεις
1. Η κατά τις διατάξεις του παρόντος Κεφαλαίου κατάργηση των εκκρεµών υποθέσεων φορολογίας εισοδήµατος και λοιπών φορολογικών αντικειµένων γίνεται µε τους όρους και τις προϋποθέσεις των επόµενων παραγράφων.
2. Περαιώνεται υποχρεωτικά η πρώτη κατά σειρά ανέλεγκτη και οι συνεχόµενες µε αυτή ανέλεγκτες υποθέσεις που υπάγονται στη ρύθµιση.
3. Επιτρέπεται η περαίωση ορισµένων, µόνο, από τις ανέλεγκτες υποθέσεις που υπάγονται στη ρύθµιση, µε την επιφύλαξη των διατάξεων της προηγούµενης παραγράφου.
4. Με την περαίωση των ανέλεγκτων υποθέσεων φόρου εισοδήµατος και λοιπών φορολογικών αντικειµένων µπορεί να περαιώνονται τα εκκρεµή προσωρινά φύλλα ελέγχου ή πράξεις, καθώς και οι εκκρεµείς αποφάσεις επιβολής προστίµου που αφορούν τις υποθέσεις αυτές, σύµφωνα µε τα οριζόµενα στα άρθρα 6, 7 και 8.
5. Ο επιτηδευματίας, για την περαίωση των ανέλεγκτων υποθέσεών του, αποδέχεται την καταβολή της συνολικής οφειλής που προκύπτει από το Εκκαθαριστικό Σημείωμα του άρθρου 9, χωρίς να συμψηφίζεται ή να εκπίπτεται ο φόρος που βεβαιώθηκε με βάση τις οικείες δηλώσεις που υποβλήθηκαν.
6. Για τις ελεγµένες υποθέσεις που υπάγονται στις ρυθµίσεις του παρόντος Κεφαλαίου, η περαίωση διενεργείται για καθεµία εκκρεµή καταλογιστική πράξη ξεχωριστά και για όποια καταλογιστική πράξη επιθυµεί ο φορολογούµενος, ανεξαρτήτως φορολογικού αντικειµένου και διαχειριστικής περιόδου που αυτή αφορά.
7. Τα χρηµατικά ποσά που καταβάλλονται στο ∆ηµόσιο, κατ’ εφαρµογή των ρυθµίσεων του παρόντος Κεφαλαίου, δεν αναζητούνται, ούτε συµψηφίζονται, µε την επιφύλαξη των διατάξεων της παραγράφου 4 του άρθρου 9.
Περαίωση ανέλεγκτων υποθέσεων λοιπών φορολογικών αντικειμένων
1. Η περαίωση καθεµιάς ανέλεγκτης υπόθεσης φορολογίας εισοδήµατος συνεπάγεται αυτοδίκαια και την περαίωση ως ειλικρινών των ανέλεγκτων υποθέσεων των λοιπών φορολογικών αντικειµένων, µε την επιφύλαξη των οριζόµενων στις επόµενες παραγράφους.
2. Για την περαίωση κάθε ανέλεγκτης υπόθεσης Φ.Π.Α.:
α) Αν για κάποια από τις ανέλεγκτες χρήσεις υπάρχει αποκρυβείσα φορολογητέα ύλη, επί του ποσού της αποκρυβείσας φορολογητέας ύλης υπολογίζεται Φ.Π.Α. µε συντελεστή δεκαπέντε τοις εκατό (15%) και το προκύπτον ποσό προσαυξάνεται κατά τριάντα τοις εκατό (30%).
β) Αν για κάποια από τις ανέλεγκτες χρήσεις προκύπτει αναµφισβήτητα η λήψη πλαστού φορολογικού στοιχείου από δελτίο πληροφοριών ή άλλο στοιχείο ή έγγραφο, επί του ποσού της καθαρής αξίας του πλαστού στοιχείου υπολογίζεται Φ.Π.Α. µε συντελεστή δεκαπέντε τοις εκατό (15%).
γ) Το πιστωτικό υπόλοιπο που προκύπτει από την εκκαθαριστική δήλωση Φ.Π.Α. της τελευταίας περαιούµενης χρήσης, το οποίο έχει µεταφερθεί στην επόµενη ανέλεγκτη χρήση, συνεχίζει να υπόκειται σε προσωρινό έλεγχο ως προς τις φορολογικές ή διαχειριστικές περιόδους στις οποίες γεννήθηκε ή από τις οποίες προέρχεται, εφόσον υπερβαίνει το ποσό των πέντε χιλιάδων (5.000) ευρώ και δεν συντρέχει περίπτωση εφαρµογής της επόµενης περίπτωσης δ΄.
δ) Το πιστωτικό υπόλοιπο που προκύπτει από την εκκαθαριστική δήλωση Φ.Π.Α. της τελευταίας περαιούµενης χρήσης προσαυξάνει το ποσό της οφειλής όπως αυτή προκύπτει µε βάση την περαίωση της χρήσης αυτής, εφόσον η εν λόγω χρήση ή έστω µία από τις τέσσερις (4) προηγούµενες χρήσεις βαρύνεται µε παράβαση Κ.Β.Σ. ή άλλο επιβαρυντικό στοιχείο που επαυξάνει το φόρο ή µε αποκρυβείσα φορολογητέα ύλη. Ειδικά στις περιπτώσεις που το πιστωτικό υπόλοιπο που προκύπτει δηλώθηκε προς επιστροφή, η επιστροφή δεν διενεργείται και αν αυτή έχει ήδη διενεργηθεί κατά ένα µέρος ή στο σύνολό της, το σχετικό ποσό αποδίδεται από τον υπόχρεο στο ∆ηµόσιο µε έκτακτη δήλωση, χωρίς κυρώσεις, εντός µηνός από την ηµεροµηνία καταβολής του ποσού της παραγράφου 3 του άρθρου 9. Αν το ποσό αυτό δεν αποδοθεί µέσα στην προθεσµία αυτή εφαρµόζονται οι γενικές διατάξεις.
3. Εκκρεµείς προσωρινές καταλογιστικές πράξεις επιβολής του φόρου, τέλους ή εισφοράς ή πράξεις επιβολής προστίµου που εκκρεµούν στη ∆.Ο.Υ. ή άλλη ελεγκτική αρχή ή ενώπιον των διοικητικών δικαστηρίων, κατά τα οριζόµενα στο άρθρο 3 παράγραφος 2 περ. γ΄, και αφορούν τις περαιούµενες ανέλεγκτες υποθέσεις, περαιώνονται µε ανάλογη εφαρµογή όσων ορίζονται στο άρθρο 11.
4. Αν διαπιστώνεται η µη υποβολή των σχετικών δηλώσεων ή υπάρχουν στην αρµόδια ∆.Ο.Υ. κάθε είδους επιβαρυντικά στοιχεία, διενεργείται έλεγχος µε βάση τις κείµενες διατάξεις, µε εξαίρεση τις µη υποβληθείσες εκκαθαριστικές δηλώσεις Φ.Π.Α., για τις οποίες έχουν εφαρµογή οι διατάξεις της παραγράφου 10 του άρθρου 6.
Περαίωση παραβάσεων του Κ.Β.Σ.
Αποφάσεις επιβολής προστίµου του Κ.Β.Σ. που εκκρεµούν στις ∆.Ο.Υ. ή λοιπές ελεγκτικές αρχές ή ενώπιον των διοικητικών δικαστηρίων, κατά τα οριζόµενα στο άρθρο 3 παράγραφος 2 περ. γ΄, και αφορούν τις περαιούµενες ανέλεγκτες υποθέσεις, περαιώνονται µε ανάλογη εφαρµογή όσων ορίζονται στο άρθρο 11.
Διαδικασία περαίωσης
1. Για την πραγµατοποίηση της περαίωσης των ανέλεγκτων υποθέσεων η Γενική Γραµµατεία Πληροφοριακών Συστηµάτων (Γ.Γ.Π.Σ.) του Υπουργείου Οικονοµικών εκδίδει Εκκαθαριστικό Σηµείωµα για τις ανέλεγκτες υποθέσεις που υπάγονται στις ρυθµίσεις του παρόντος Κεφαλαίου, µε βάση τα δεδοµένα που είναι καταχωρηµένα στα κεντρικά υπολογιστικά συστήµατά της κατά την ηµεροµηνία που ορίζεται στην υπουργική απόφαση που εκ-δίδεται κατ’ εξουσιοδότηση του άρθρου 13. Το Εκκαθαριστικό Σηµείωµα για καθεµία υπόθεση περιέχει τουλάχιστον τα εξής στοιχεία:
α) την αρµόδια για την κατά οικονοµικό έτος ∆.Ο.Υ. φορολογίας εισοδήµατος του επιτηδευµατία και τον κωδικό αυτής,
β) τα ανέλεγκτα οικονοµικά έτη,
γ) τη νοµική µορφή του επιτηδευµατία και την κατηγορία Βιβλίων Κ.Β.Σ.,
δ) τα δηλωθέντα ακαθάριστα έσοδα,
ε) την τυχόν αποκρυβείσα φορολογητέα ύλη ή την παράβαση του Κ.Β.Σ. ή το δελτίο πληροφοριών ή τα λοιπά επιβαρυντικά στοιχεία ή έγγραφα, κατά τα οριζόµενα στις παραγράφους 3 και 4 του άρθρου 2,
στ) το συντελεστή του φόρου περαίωσης,
ζ) το ποσό του φόρου περαίωσης κατά τα οριζόµενα στο άρθρο 6,
η) το ποσό του Φ.Π.Α. που προκύπτει κατά τα οριζόµενα στο άρθρο 7,
θ) το σύνολο της οφειλής κατά οικονοµικό έτος και το ποσό της συνολικής οφειλής,
ι) το ποσό της οφειλής που πρέπει να καταβληθεί σύµφωνα µε την παράγραφο 3 για να γίνει αποδεκτό το Εκκαθαριστικό Σηµείωµα και να υπαχθεί η υπόθεση στις ρυθµίσεις του παρόντος Κεφαλαίου.
2. Το Εκκαθαριστικό Σηµείωµα αποστέλλεται ταχυδροµικά από τη Γ.Γ.Π.Σ. στον επιτηδευµατία που αφορά, µε ενηµέρωση της αρµόδιας για τη φορολογία εισοδήµατος ∆.Ο.Υ..
3. Ο επιτηδευµατίας που επιθυµεί να ρυθµιστούν οι ανέλεγκτες υποθέσεις του σύµφωνα µε τις διατάξεις του παρόντος Κεφαλαίου, υποχρεούται να καταβάλλει το είκοσι τοις εκατό (20%) του ποσού της συνολικής οφειλής που αναγράφεται στο Εκκαθαριστικό Σηµείωµα, το οποίο δεν µπορεί να είναι κατώτερο από πεντακόσια (500) ευρώ, εκτός αν το ποσό της συνολικής οφειλής είναι κατώτερο από το ποσό αυτό. Η καταβολή από τον επιτηδευµατία του αναφερόµενου στο προηγούµενο εδάφιο ποσού συνεπάγεται την ανεπιφύλακτη και αµετάκλητη αποδοχή του περιεχοµένου του Εκκαθαριστικού Σηµειώµατος, καθώς και των όρων και των προϋποθέσεων που ορίζονται µε τις διατάξεις του παρόντος Κεφαλαίου για την περαίωση των ανέλεγκτων υποθέσεων, η οποία και επέρχεται µε την εξόφληση της συνολικής οφειλής που αναγράφεται στο Εκκαθαριστικό Σηµείωµα. Η κατά το πρώτο εδάφιο καταβολή δεν µπορεί να γίνει µετά την ηµεροµηνία που καθορίζεται µε την υπουργική απόφαση που εκδίδεται κατ’ εξουσιοδότηση του άρθρου 13. Μετά την παρέλευση της ηµεροµηνίας αυτής δεν επιτρέπεται η υπαγωγή φορολογικών υποθέσεων στις ρυθµίσεις του παρόντος Κεφαλαίου.
4. Αν µετά την κατά τα ανωτέρω αποδοχή του Εκκαθαριστικού Σηµειώµατος περιέλθουν σε γνώση του προϊσταµένου της αρµόδιας ∆.Ο.Υ. συµπληρωµατικά στοιχεία σύµφωνα µε τις διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 68 του Κ.Φ.Ε. και της παραγράφου 3 του άρθρου 49 του Κώδικα Φ.Π.Α., εκδίδεται βάσει αυτών συµπληρωµατικό Εκκαθαριστικό Σηµείωµα κατά τις διατάξεις του παρόντος Κεφαλαίου, συµψηφιζοµένου του ποσού που καταβλήθηκε µε την αποδοχή του αρχικού Εκκαθαριστικού Σηµειώµατος. Τα οριζόµενα στο προηγούµενο εδάφιο ισχύουν και για κάθε είδους στοιχεία που υφίστανται ήδη στις αρµόδιες ∆.Ο.Υ. και λοιπές ελεγκτικές αρχές κατά την ηµεροµηνία που ορίζεται µε την υπουργική απόφαση του άρθρου 13 αλλά δεν ήταν διαθέσιµα στη Γ.Γ.Π.Σ. κατά την ίδια ηµεροµηνία και δεν λήφθηκαν υπόψη κατά την έκδοση των Εκκαθαριστικών Σηµειωµάτων, καθώς επίσης και για τα αποτελέσµατα της επεξεργασίας και των ελέγχων που αφορούν βιβλία και στοιχεία που είχαν κατασχεθεί ή παραληφθεί, ανάλογα µε την περίπτωση, κατά την ίδια ως άνω ηµεροµηνία, αλλά δεν είχαν ελεγχθεί.
Τρόπος καταβολής των φόρων
1. Τα υπόλοιπα ποσά φόρου εισοδήµατος και φόρου προστιθέµενης αξίας που περιλαµβάνονται στο Ειδικό Εκκαθαριστικό Σηµείωµα και αφορούν τις ρυθµιζόµενες ανέλεγκτες υποθέσεις του επιτηδευµατία, καταβάλλονται ως ακολούθως:
α) Όταν το ποσό της αρχικής συνολικής οφειλής είναι µέχρι πέντε χιλιάδες (5.000) ευρώ, σε έξι (6), κατ’ ανώτατο όριο, ίσες µηνιαίες δόσεις και χωρίς το ποσό της κάθε δόσης να υπολείπεται των πεντακοσίων (500) ευρώ, µε εξαίρεση την τελευταία δόση.
β) Όταν το ποσό της αρχικής συνολικής οφειλής είναι πάνω από πέντε χιλιάδες (5.000) ευρώ και µέχρι δέκα χιλιάδες (10.000) ευρώ, σε οκτώ (8) ίσες µηνιαίες δόσεις, µε εξαίρεση την τελευταία δόση.
γ) Όταν το ποσό της αρχικής συνολικής οφειλής είναι πάνω από δέκα χιλιάδες (10.000) ευρώ και µέχρι δεκαπέντε χιλιάδες (15.000) ευρώ, σε δώδεκα (12) ίσες µηνιαίες δόσεις, µε εξαίρεση την τελευταία δόση.
δ) Όταν το ποσό της αρχικής συνολικής οφειλής είναι πάνω από δεκαπέντε χιλιάδες (15.000) ευρώ και µέχρι είκοσι χιλιάδες (20.000) ευρώ, σε δεκαοκτώ (18) ίσες µηνιαίες δόσεις.
ε) Όταν το ποσό της αρχικής συνολικής οφειλής είναι πάνω από είκοσι χιλιάδες (20.000) ευρώ, σε είκοσι τέσσερις (24) ίσες µηνιαίες δόσεις.
2. Η πρώτη δόση καταβάλλεται µέχρι την τελευταία εργάσιµη ηµέρα του επόµενου µήνα από εκείνον εντός του οποίου το Εκκαθαριστικό Σηµείωµα έγινε αποδεκτό και οι υπόλοιπες µέχρι την τελευταία εργάσιµη ηµέρα των αντίστοιχων επόµενων µηνών, χωρίς να απαιτείται σχετική ειδοποίηση του υπόχρεου.
3. Σε περίπτωση που ολόκληρο το οφειλόµενο κατά την παράγραφο 1 ποσό καταβληθεί µέσα στην προθεσµία καταβολής της πρώτης δόσης, παρέχεται έκπτωση ποσοστού δέκα τοις εκατό (10%) επί του ποσού αυτού.
Περαίωση εκκρεμών ελεγμένων υποθέσεων
1. Εκκρεµείς ελεγµένες υποθέσεις οι οποίες δεν έχουν συζητηθεί στο ∆ιοικητικό Πρωτοδικείο, καθώς και εκείνες για τις οποίες τα φύλλα ελέγχου ή οι πράξεις προσδιορισµού του φόρου ή οι αποφάσεις επιβολής προστίµου ακυρώθηκαν για τυπικούς λόγους, περαιώνονται µε διαγραφή των πρόσθετων φόρων και τον περιορισµό στο 1/5 των κάθε είδους προστίµων.
2. Εκκρεµείς ελεγµένες υποθέσεις για τις οποίες έγινε δεκτή εν όλω ή εν µέρει η προσφυγή, περαιώνονται µε διαγραφή των πρόσθετων φόρων και µείωση του κύριου φόρου στο είκοσι πέντε τοις εκατό (25%) και προκειµένου περί προστίµου, µε περιορισµό αυτού στο 1/10. Η διαγραφή και η µείωση διενεργείται στο µέρος του κυρίου φόρου, των πρόσθετων φόρων και του προστίµου για το οποίο έγινε δεκτή η προσφυγή.
3. Εκκρεµείς ελεγµένες υποθέσεις για τις οποίες µε βάση την πρωτόδικη απόφαση απορρίπτεται εν όλω ή εν µέρει η προσφυγή, περαιώνονται µε µείωση του πρόσθετου φόρου στο είκοσι τοις εκατό (20%) και του προστίµου στο 1/4. Η µείωση διενεργείται στο µέρος των πρόσθετων φόρων και του προστίµου για το οποίο απορρίφθηκε η προσφυγή.
4. Τα οριζόµενα στις ως άνω παραγράφους 1, 2 και 3 ισχύουν ανάλογα και για τις υποθέσεις της υποπερίπτωσης αα΄ της περίπτωσης δ΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 3.
5. Οι υποθέσεις της υποπερίπτωσης ββ΄ της περίπτωσης δ΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 3 περαιώνονται µε τον περιορισµό στο εξήντα τοις εκατό (60%) του επιβληθέντος προστίµου Κ.Β.Σ., εξαντλούµενης κάθε περαιτέρω φορολογικής υποχρέωσης για τις υποθέσεις αυτές ως προς τα συµπληρωµατικά στοιχεία που αφορά το εν λόγω πρόστιµο.
6. Η περαίωση κατά τις προηγούµενες παραγράφους επέρχεται εφόσον µέσα στην προθεσµία που ορίζεται µε την υπουργική απόφαση που εκδίδεται κατ’ εξουσιοδότηση του άρθρου 13 επέλθει επίλυση της διαφοράς για κάθε εκκρεµή καταλογιστική πράξη, στο πλαίσιο σχετικού διοικητικού ή δικαστικού συµβιβασµού, ανάλογα µε την περίπτωση, µετά από σχετική αίτηση του υπόχρεου. Εφόσον πρόκειται για υπαγόµενες υποθέσεις που εκκρεµούν ενώπιον των διοικητικών δικαστηρίων, µαζί µε την αίτηση προσκοµίζεται και βεβαίωση από το αρµόδιο δικαστήριο ότι η υπόθεση δεν έχει ακόµη συζητηθεί.
7. Τα ποσά που προκύπτουν από την εφαρµογή του παρόντος άρθρου βεβαιώνονται από τον προϊστάµενο της ελεγκτικής αρχής που εξέδωσε την οικεία καταλογιστική πράξη στο όνοµα του υπόχρεου, µε τη σύνταξη σχετικών χρηµατικών καταλόγων. Ως προς τη σύνταξη των καταλόγων και τα λοιπά εν γένει θέµατα έχουν εφαρµογή οι κείµενες διατάξεις.
8. Με την επίλυση των διαφορών που προκύπτουν ανά εκκρεµή καταλογιστική πράξη στο πλαίσιο της εφαρµογής του παρόντος άρθρου ή το αργότερο εντός δύο (2) εργάσιµων για τις ∆.Ο.Υ. ηµερών από την ηµεροµηνία επίλυσης, καταβάλλεται το είκοσι τοις εκατό (20%) της βάσει συµβιβασµού οφειλής το οποίο δεν µπορεί να είναι κατώτερο από πεντακόσια (500) ευρώ εκτός αν το σύνολο της βάσει συµβιβασµού οφειλής είναι µικρότερο, και το υπόλοιπο οφειλόµενο βάσει συµβιβασµού ποσό από την ίδια καταλογιστική πράξη καταβάλλεται σε δόσεις σύµφωνα µε τα οριζόµενα στο άρθρο 10. Οι διατάξεις του τρίτου και τέταρτου εδαφίου της παραγράφου 2 του άρθρου 24 του ν. 2523/1997 (ΦΕΚ 179 Α΄), ισχύουν ανάλογα και εν προκειµένω.
Σε περιπτώσεις εκκρεµών καταλογιστικών πράξεων που περαιώνονται κατά τα ανωτέρω για τις οποίες υπάρχει ήδη βεβαίωση ποσού για οποιονδήποτε λόγο, αυτό συνυπολογίζεται προκειµένου να βεβαιωθεί το βάσει συµβιβασµού ποσό. Αν το ήδη βεβαιωθέν ποσό υπερβαίνει αυτό που προκύπτει βάσει συµβιβασµού, το επιπλέον ήδη βεβαιωθέν ποσό δεν διαγράφεται ούτε επιστρέφεται.
Ρυθμίσεις για υποθέσεις που έχουν υπαχθεί στον αυτοέλεγχο και
την άρση της υποχρέωσης διαφύλαξης βιβλίων και στοιχείων
1. Υποθέσεις που αφορούν δηλώσεις οι οποίες υπήχθησαν στις διατάξεις των άρθρων 13 έως 17 του ν. 3296/2004 (ΦΕΚ 253 Α΄) και περιλαµβάνονται στις επιλεχθείσες προς έλεγχο δηλώσεις σύµφωνα µε τις 1105941/1845/∆Ε-Α/ΠΟΛ 1130/2007 (ΦΕΚ 2217 Β΄) και 1028045/1232/∆Ε-Α/ΠΟΛ 1035/2009 (ΦΕΚ 503 Β΄) Α.Υ.Ο.Ο. και για τις οποίες κατά την ηµεροµηνία έναρξης ισχύος του παρόντος δεν έχει αρχίσει ο έλεγχος ή έχει αρχίσει και δεν έχει περατωθεί, υπάγονται στις διατάξεις του παρόντος Κεφαλαίου περί ανέλεγκτων υποθέσεων, εφαρµοζόµενων στο σύνολό τους των διατάξεων αυτών.
2. Υποθέσεις που αφορούν δηλώσεις οι οποίες υπήχθησαν στις διατάξεις των άρθρων 13 έως 17 του ν. 3296/2004, διαχειριστικών περιόδων που έκλεισαν από 1.1.2008 έως και 31.12.2009, υπάγονται στις διατάξεις του παρόντος Κεφαλαίου περί ανέλεγκτων υποθέσεων, υπολογιζόµενου στο οικείο Εκκαθαριστικό Σηµείωµα ποσού φόρου εισοδήµατος ίσου µε το 1/2 του ελάχιστου ποσού της παραγράφου 11 του άρθρου 6.
3. Εφόσον υφίστανται υποθέσεις των προηγούµενων παραγράφων, καθώς και λοιπές ανέλεγκτες υποθέσεις του ίδιου επιτηδευµατία, υπαγόµενες στη ρύθµιση του παρόντος Κεφαλαίου, οι διατάξεις των παραγράφων 2 και 3 του άρθρου 5 εφαρµόζονται για το σύνολο των πιο πάνω υποθέσεων.
4. Οι δηλώσεις που αφορούν υποθέσεις της παραγράφου 2 οι οποίες θα περαιωθούν σύµφωνα µε τα ανωτέρω, εξαιρούνται της επιλογής προς έλεγχο βάσει δείγµατος µε υπουργική απόφαση, σύµφωνα µε τις διατάξεις της παραγράφου 7 του άρθρου 17 του ν. 3296/2004, όπως η παράγραφος αυτή ίσχυε πριν αναριθµηθεί και αντικατασταθεί µε τις διατάξεις του άρθρου 79 του ν. 3842/2010.
5. Αν περαιωθούν όλες οι υπαγόµενες ανέλεγκτες χρήσεις και οι χρήσεις που αφορούν υποθέσεις των παραγράφων 1 και 2, καθώς και όλα τα εκκρεµή προσωρινά φύλλα ελέγχου ή οι πράξεις ή οι αποφάσεις επιβολής προστίµου και εξοφληθεί η συνολική οφειλή που προκύπτει βάση του Εκκαθαριστικού Σηµειώµατος και των οικείων πρακτικών συµβιβασµού, αντίστοιχα, αίρεται η υποχρέωση διαφύλαξης των βιβλίων και στοιχείων κατά το άρθρο 21 του Κ.Β.Σ. όσον αφορά τις περαιωθείσες χρήσεις µέχρι και τη χρήση 2005, από την ηµεροµηνία εξόφλησης του συνόλου των σχετικών ποσών. Οι διατάξεις του προηγούµενου εδαφίου ισχύουν και για υποθέσεις που έχουν ελεγχθεί µε τακτικό έλεγχο ή έχουν περαιωθεί µε οποιαδήποτε ρύθµιση, και εφόσον έχει εξοφληθεί ή θα εξοφληθεί το σύνολο της οφειλής. Οι διατάξεις της παραγράφου αυτής δεν ισχύουν για υποθέσεις για τις οποίες έχει υποβληθεί και εκκρεµεί κατά την έναρξη ισχύος του νόµου δήλωση φόρου κληρονοµιών, δωρεών, γονικών παροχών και έχουν δηλωθεί περιουσιακά στοιχεία του άρθρου 12 του ν. 2961/2001 (ΦΕΚ 266 Α΄), καθώς και για υποθέσεις για τις οποίες έχουν εφαρµογή οι διατάξεις του άρθρου 13 του Κ.Φ.Ε..
6. Επιτηδευµατίας, φυσικό ή νοµικό πρόσωπο, που έχει λάβει µη νόµιµα φορολογικά στοιχεία ή έχει εκδώσει τέτοια στοιχεία, κατά το άρθρο 19 του ν. 2523/1997 (ΦΕΚ 179 Α΄), µε εξαίρεση τους εκδότες πλαστών φορολογικών στοιχείων, και δεν έχει εκδοθεί απόφαση επιβολής προστίµου ούτε βρίσκεται σε διαδικασία ελέγχου µέχρι την έναρξη ισχύος του παρόντος νόµου, µπορεί να υποβάλλει στην αρµόδια για τη φορολογία εισοδήµατος ∆.Ο.Υ., ειδικό σηµείωµα δήλωσης των τιµολογίων ή εν γένει των φορολογικών αυτών στοιχείων και να δηλώσει τον αριθµό, την ηµεροµηνία έκδοσης και την αξία καθενός από αυτά, καθώς και τη συνολική αξία.
Επί της συνολικής αξίας, προ Φ.Π.Α., υπολογίζεται φόρος εισοδήµατος ίσος µε το πενήντα πέντε τοις εκατό(55%) αν πρόκειται για Α.Ε. ή Ε.Π.Ε. και σαράντα τοις εκατό (40%) σε κάθε άλλη περίπτωση.
Το ειδικό σηµείωµα υποβάλλεται µέχρι την ηµεροµηνία που ορίζεται µε την υπουργική απόφαση του άρθρου 13. Με την υποβολή του καταβάλλεται το είκοσι τοις εκατό (20%) του προκύπτοντος φόρου και το υπόλοιπο ποσό βεβαιώνεται σε 12 ίσες µηνιαίες δόσεις η καθεµία εκ των οποίων δεν µπορεί να είναι κατώτερη των πεντακοσίων (500) ευρώ, εκτός της τελευταίας.
Εφόσον εξοφληθεί ο φόρος εισοδήµατος της παραγράφου αυτής δεν επιβάλλεται διοικητική κύρωση είτε αφορά σε πρόσθετους φόρους είτε σε πρόστιµο του Κ.Β.Σ., είτε σε θέµατα κύρους των βιβλίων, αποκλειστικά και µόνο για τα δηλωθέντα µη νόµιµα φορολογικά στοιχεία και εφαρµόζεται για τα στοιχεία αυτά το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 24 του ν. 2523/1997.
7. Η προθεσµία παραγραφής που λήγει στις 31.12.2010 ηµεροµηνία µετά την οποία παραγράφεται το δικαίωµα του ∆ηµοσίου για κοινοποίηση φύλλων ελέγχου ή πράξεων επιβολής φόρων, τελών και εισφορών, παρατείνεται µέχρι 31.12.2011. Η διάταξη του προηγούµενου εδαφίου δεν ισχύει για υποθέσεις φορολογία ς κληρονοµιών, δωρεών, γονικών παροχών, προικών, κερδών από λαχεία, µεταβίβασης ακινήτων και φόρου µεγάλης ακίνητης περιουσίας (Φ.Μ.Α.Π.).
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου